Advertisement

Το επώνυμο Λεονταράκης

Γράφει ο Ε.Π.Καλλίγερος

898

Ένα από τα λιγότερο διαδεδομένα σήμερα επώνυμα των Κυθήρων με κύριο χώρο εμφάνισής του τα Φράτσια, όπου είναι γνωστό τουλάχιστον από το 17ο αι.

Ετυμολογικά δεν παρουσιάζει δυσκολίες στην προσέγγιση, καθώς προέρχεται από το λέων (λιοντάρι). Το αντίστοιχο βαφτιστικό Λέων αναφέρεται από τον 5ο αι. π.Χ. στη Σπάρτη και την Αθήνα. Το επώνυμο αρχικά φαίνεται να ξεκινά από το βυζαντινό παρωνύμιο Λεοντάριος, Λεοντάρης και Λονταρής, που σημαίνει το θαρραλέο ή τον ατρόμητο (ειρωνικά μπορεί να σημαίνει και το ακριβώς αντίθετο), και αργότερα κατέληξε σε επώνυμο. Οι πρώτες εμφανίσεις στο Βυζάντιο είναι με τη μορφή Λεοντάριος και Λεοντάρης. Το πρώτο εμφανίζεται ως επώνυμο στο στρατηγό Δημήτριο Λεοντάριο1 το 1411. Λίγο αργότερα, το 1422, αναφέρεται στις πηγές ο Δημήτριος Λάσκαρις-Λεοντάρης, ως Διοικητής Θεσσαλονίκης,2 πιθανότατα δε να ταυτίζεται με τον προηγούμενο. Η αναγραφή του επωνύμου Λάσκαρις, γνωστής αρχοντικής βυζαντινής οικογενείας και η σαφής αναφορά του παρωνυμίου Λεοντάρης, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το τελευταίο είναι παρωνύμιο. Αυτός ο Λάσκαρις–Λεοντάρης πρέπει πάντως να είναι ο συγγραφέας χρονικών σημειωμάτων περί του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, που αναφέρει ο Σπ. Λάμπρου,3 ενώ δεν αποκλείεται να πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που αναφέρεται σε ανώνυμο πανηγυρικό προς Μανουήλ και Ιωάννην Η΄ Παλαιολόγους.4 Την ίδια εποχή αναφέρεται και ένας Ανδρόνικος Βρυέννιος ο Λεοντάρης, σε επιστολή του Δημητρίου Παλαιολόγου προς τον αυθέντη της Φεράρας Μπόρσον.5 Πρέπει να πρόκειται για τον ίδιο που συμμετέχει ως αξιωματικός του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου κατά την πολιορκία της Κωνσταντινουπόλεως από το Μωάμεθ και αναφέρεται ως Λεοντάρης Βρυέννιος.6 Λίγα χρόνια αργότερα εντοπίζεται σε κατάλογο στρατευσίμων στην Κρήτη ένας Georgi Syderopulo–Lendarachi,7 που είναι ο πρώτος με παρωνύμιο με τη μορφή Λενταράκης, που είναι και η πιο συνηθισμένη μορφή του επωνύμου από το 16ο έως το 19ο αι., και αυτή η οποία επικρατεί και στα Κύθηρα την εποχή αυτή. Στο τέλος περίπου του 16ου αι. προκύπτει από συμβολαιογραφικό έγγραφο στην Κρήτη η ίδια μορφή του παρωνυμίου να ακολουθεί αυτή τη φορά το επώνυμο Βιτσαμάνος. Αναφέρεται συγκεκριμένα ο Zuan Giacomo Vizzamano Lendarachi8 σε έγγραφα από το 1547 μέχρι το 1584. Το 1581, στην απογραφή του Καστροφύλακος, αναφέρεται ο εκατόνταρχος Λέων Λονταρής ή Λεντάρης9 από τους Κάμπους Κυδωνίας. Η μορφή Λεντάρης (που υπάρχει και σήμερα) πρέπει να είναι αυτή που δημιουργεί το Λενταράκης.10

Πότε φθάνει το επώνυμο στα Κύθηρα; Κατά το 16ο αι., οπότε ανιχνεύεται το Λενταράκης στην Κρήτη, στα Κύθηρα δεν έχουμε σχετική αναφορά στα σωζόμενα έγγραφα. Το πιθανότερο είναι να φθάνει στο νησί στο τέλος του 16ου- αρχές 17ου αι., αφού ο πρώτος αναφερόμενος Λενταράκης εντοπίζεται σε ενορία των Φρατσίων περίπου στα μέσα του 17ου αι. Τότε αναφέρεται ο Γιώργης Λενταράκης,11 στην ενορία του Αγ. Γεωργίου στα Λενταρακιάνικα, οικισμό των Φρατσίων και σημαντικό κέντρο κατοίκησης στα Κύθηρα το 16ο αι., που παίρνει το όνομα από το επώνυμο των κυριότερων οικιστών του, όπως συμβαίνει συνηθέστατα στα Κύθηρα. Δεν είναι ακριβές το αναφερόμενο12 ότι ο οικισμός οφείλει το όνομά του στο Λέοντα Καλοκαιρινό, ούτε βέβαια ότι ο τελευταίος έφθασε στα Κύθηρα από την Κρήτη το 18ο αι. Οι Καλοκαιρινοί βρίσκονται στα Κύθηρα ήδη από το 16ο αι. (βλ. στο επώνυμο) και οι Λενταράκηδες με βεβαιότητα από το 17ο, οπότε είναι πολύ πιο λογικό ο οικισμός να πήρε το όνομά του από τους Λενταράκηδες και όχι βέβαια από το Λέοντα Καλοκαιρινό. Εκείνο που είναι πολύ πιθανό να έχει συμβεί είναι ότι και οι δύο αυτές οικογένειες πρέπει να έφθασαν στα Κύθηρα από την Κρήτη, δεδομένου ότι τα επώνυμα αυτά συναντώνται αποκλειστικά στα δύο γειτονικά νησιά και είναι παλαιά βυζαντινά επώνυμα.

Σύμφωνα με γενεαλογικό δένδρο13 ενός κλάδου της οικογενείας Λεονταράκη-Ψεύτη, αναφέρεται γύρω στα 1650 ο Γιώργης Λε{ο}νταράκης με τη σύζυγό του Νικολέτα και δύο γιους, τον Λέοντα και τον Θεόδωρο. Το βαφτιστικό Λέων είναι χαρακτηριστικό και για το επώνυμο, αφού είναι συνηθισμένο τα βαφτιστικά από τα οποία κατάγονται τα επώνυμα να ακολουθούν τα τελευταία σε πορεία πολλών ετών εξαιτίας του εθίμου σύμφωνα με το οποίο δίδονταν τα ονόματα στις ελληνικές ορθόδοξες οικογένειες. Το Λέων εξάλλου είναι πολύ συνηθισμένο βαφτιστικό κατά τους χρόνους αυτούς, τόσο στα Κύθηρα, όσο και στην Κρήτη.

Στις αρχές του 18ου αι. (1721) η οικογένεια Λενταράκη είναι ήδη πολύκλαδη με κύριο τόπο κατοίκησης τη συνοικία Λενταρακιάνικα των Φρατσίων. Βρίσκεται επίσης και στην ενορία της Παναγίας Φρατσίων, αλλά και στα Σταθιάνικα, συνοικισμό της περιφέρειας Καρβουνάδων, που είναι κοντά στα Φράτσια, και στον οποίο βρίσκονται μέχρι σήμερα. Την ίδια εποχή ανιχνεύεται το επώνυμο και στη Χώρα.14 Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι σε όλες τις περιπτώσεις το επώνυμο γράφεται Λενταράκης και όχι Λεονταράκης και φαίνεται ότι η μορφή αυτή επικρατεί την εποχή αυτή, καθώς και ο οικισμός αναφέρεται ως Λενταρακιάνικα. Αυτό εξάλλου είναι φυσικό, καθώς η μεγαλύτερη πιθανότητα είναι να αποτελεί το επώνυμο αυτό, όπως είδαμε, συνέχεια όσων ανιχνεύονται στην Κρήτη, όπου κυριαρχεί το Λενταράκης. Εκείνη πάντως την εποχή αρχίζει να κάνει την εμφάνισή της και η μορφή Λεονταράκης, παρ’ όλο που οι ανιχνεύσεις του τύπου αυτού είναι σπανιότατες. Συγκεκριμένα, σε διαθήκη της 25ης Απριλίου 1726 αναφέρονται ταυτόχρονα ο «μαστρομανόλης λενταράκις» και ο «Γεώργης λεονταράκης».15 Στη συνέχεια όμως, όπως προκύπτει και από τις απογραφές, αλλά και από άλλες περιπτώσεις (βλ «Κοσμάς ιερεύς λενταράκης» το 1799),16 η επικρατούσα μορφή του επωνύμου είναι Λενταράκης. Η ίδια μορφή αναφέρεται μέχρι τις αρχές του 20ού αι.17 Κατά το μεσοπόλεμο και μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο επικρατεί πλέον η μορφή Λεονταράκης, η οποία είναι γνωστή και η μόνη αναφερομένη σήμερα, αν και στην ουσία δεν αλλάζει τίποτα, καθώς και οι δύο γραφές έχουν την ίδια σημασία και χρησιμοποιήθηκαν στα Κύθηρα από τις ίδιες οικογένειες σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.

Το επώνυμο ανιχνεύεται και σήμερα στα Κύθηρα (Φράτσια, Σταθιάνικα και μέχρι πριν από λίγα χρόνια και στη Χώρα), αλλά και στη διασπορά των Αθηνών, της Αυστραλίας και των ΗΠΑ. Στις τελευταίες περιπτώσεις αρκετά συνηθισμένη είναι η συγκεκομμένη μορφή Londy ή Londys, η οποία απομακρύνει από την αρχική μορφή και δημιουργεί για το επώνυμο αυτό παραφθαρμένους τύπους, που βρίσκονται μακριά από την ελληνική καταγωγή του και δημιουργούν προβλήματα στην έρευνα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανίχνευση του επωνύμου στη Θάσο και την Καβάλα. Όλοι οι φέροντες το επώνυμο στις περιοχές αυτές είναι κυθηραϊκής καταγωγής και κατάγονται από τον Ιωάννη Λεονταράκη από τα Σταθιάνικα (γενν. 1860), ο οποίος εγκαταστάθηκε στη Θάσο στο τέλος του 19ου αι. Από τους κλάδους αυτής της περιοχής πολλοί βρίσκονται στις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Πολλοί επίσης στη Θάσο και την Καβάλα έχουν εγκαταλείψει το επώνυμο Λεονταράκης και έχουν υιοθετήσει το συνηθισμένο πατριδωνυμικό Τσιριγώτης, το οποίο συχνά αντικαθιστά το αρχικό επώνυμο σε περιοχές μακριά από τα Κύθηρα.

Τέλος, να προστεθεί ότι το επώνυμο Λεονταράκης αναφέρεται και στη Ζάκυνθο, όπου μάλιστα, το 18ο αι., το επώνυμο αυτό φέρει ετεροθαλής αδελφός του Διονυσίου Σολωμού. Το ενδιαφέρον είναι ότι στα Κύθηρα αναφέρεται το 1756 ένας «κάπος Μανόλις Λενταράκης Ζακυνθήος»,18 στη Χώρα. Η πιθανότητα παλαιότερης σχέσης των οικογενειών των Κυθήρων και της Ζακύνθου δεν πρέπει, λοιπόν, να αποκλεισθεί. Ακόμη, κλάδος της οικογενείας, πιθανότατα κυθηραϊκής καταγωγής, αναφέρεται στην εποχή μας στην περιοχή των Βατίκων.

 

Σημειώσεις.

 

1. Καλλιγάς, Λασκαρίδαι- Παλαιολόγοι, σελ. 632.

2. Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδ. Αθηνών, Θ΄ σελ. 632.

3. Σπ. Λάμπρου, Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά, Δ΄ (1926), σελ. 91.

4. Ό.π., Γ΄, σελ. 198.

5. Ό.π., Δ΄, σελ. 198.

6. Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδ. Αθηνών, Θ΄, σελ. 200.

7. Κατάλογος στρατευσίμων, σελ. 347.

8. Ληξιαρχικά βιβλία Xανίων, σελ. 64.

9 Η Βενετοκρατούμενη Ανατολή, σελ. 66.

10. Το σημερινό επώνυμο Λεονταράκης υπολανθάνει στον τύπο Λεοταράκης (αν ο τύπος αυτός δεν οφείλεται σε τυπογραφική αβλεψία), που αναφέρεται από το 17ο αι. στη Ζάκυνθο.

(Ο Γιάννης Λεοταράκης αναφέρεται στη διαθήκη του Ηλιού Μόσκου να συναλλάσσεται στη Χώρα Ζακύνθου στις 7 Μαρτίου 1683 με τον πανιερώτατο Μητροπολίτη Κρήτης κ. Νικηφόρο Σκοτάκη). Βλ. Λ. Ζώης, Κρητικές σελίδες, Κρητικά Χρονικά 8 (1954), σελ. 223, Διαθήκη Ηλιού Μόσκου. Η οικογένεια Λεονταράκη της Ζακύνθου, από την οποία καταγόταν και ο σύζυγος της μητέρας του Διονυσίου Σολωμού προερχόταν και αυτή, όπως άλλωστε και του ίδιου του εθνικού μας ποιητή, από πρόσφυγες από την Κρήτη. Ο ετεροθαλής αδελφός του ποιητή ονομαζόταν Νικ. Λεονταράκης. Σημειώνεται εδώ επ’ ευκαιρία ότι πρόγονοι του Διον. Σολωμού έμειναν για πολλά χρόνια στα Κύθηρα, όπου έφτασαν ως πρόσφυγες του Κρητικού πολέμου πριν εγκατασταθούν οριστικά στη Ζάκυνθο. Μάλιστα ένας απ’ αυτούς, ο Νικ. Σολομών, έλαβε και τη θέση του φρουράρχου στο κάστρο της Χώρας, και ήταν από αυτούς που το 1715 εναντιώθηκαν στη μερίδα των ευγενών και αστών των Κυθήρων, η οποία ζητούσε να παραδοθεί το νησί στους Τούρκους, όπως και έγινε. Για τους προγόνους του Σολομού στα Κύθηρα βλ. Βενετική παρουσία, σελ. 227-244 και Ελ. Χάρου-Κορωναίου, Η οικογένεια Σαλαμών στα Κύθηρα, εφημ. Kυθηραϊκά, φ. 140, Σεπτέμβριος 2000, σελ. 12. Επίσης Ιστορία, Α΄, σελ. 296-299 και 305.

11. Σε αδημοσίευτο ενοριακό έγγραφο, που εντόπισε στο Ι.Α.Κ η Ελένη Χάρου-Κορωναίου. Βλ. στη συνέχεια σημ. αρ. 13.

12. Βικτ. Παπαδάτου, Η μάνα μου η Κρήτη, Aθήνα 1983, σελ. 42 κ.α.

13. Έχει συνταχθεί από την ερευνήτρια στο Ι.Α.Κ. Ελένη Χάρου-Κορωναίου και βρίσκεται στο προσωπικό αρχείο του Βασ. Γ. Λεονταράκη.

14. Απογραφές Κυθήρων, Α΄, σελ. 67 (Α΄ 488), 70, σελ. 64 (Α΄ 453) και σελ. 36 (Α΄ 134. Πρόκειται εδώ για την Elena Lendarachi q. Thodori).

15. Διαθήκη από το Αρχείο του συμβολαιογράφου Κυθήρων Παύλου Δαρμάρου «νοταρίου βένετου» (αντίγραφο από το προσωπικό αρχείο Σταμ. Ν. Γιαννιώτη, Κως).

16. Γ. Λεοντσίνης, Ζητήματα επτανησιακής κοινωνικής ιστορίας, Aθήνα 1991, Α΄, σελ. 391.

17. Ακολουθία Mυρτιδιωτίσσης, σελ. 106.

18. Ληξιαρχικά βιβλία Kυθήρων, σελ. 656, πρ. 165.

 


 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Τα κείμενα για τα επώνυμα και τοπωνύμια, τα οποία δημοσιεύονται εδώ, είναι τα ίδια με όσα έχουν δημοσιευθεί στα αντίστοιχα βιβλία μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ και ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ, τα οποία έχουν εκδοθεί από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (κυκλοφορούν και στα αγγλικά από:  Kytherian Association of Australia,  Kyhterian World Heritage Fund και Kytherian Publishing and Media). Από τις αναδημοσιεύσεις εδώ απουσιάζουν συνήθως οι βιβλιογραφικές και λοιπές σημειώσεις, είναι δε ευνόητον ότι για να αποκτήσει ο αναγνώστης πλήρη εικόνα για κάθε επώνυμο ή τοπωνύμιο είναι απαραίτητο να διαβάσει και τις εκτενείς αναφορές στα εισαγωγικά σημειώματα των παραπάνω βιβλίων, καθώς, χωρίς αυτά, οι γνώσεις του για το θέμα θα παραμένουν ελλιπείς.

Οι εκδόσεις στα Ελληνικά διατίθενται από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (βλ. στοιχεία στο σχετικό link σε αυτόν εδώ τον ιστότοπο) και στα Κυθηραϊκά βιβλιοπωλεία. 

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο