Advertisement

Το επώνυμο “Αρώνης”

του Ε.Π. Καλλίγερου

4.746

Το επώνυμο αυτό είναι παλαιότατο βυζαντινό επώνυμο και η καταγωγή του βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη τον 11ο αι.1 Ετυμολογικά προέρχεται από το εβραϊκό βαφτιστικό Ααρών2 και είναι συνηθισμένο και στην Ελλάδα να δημιουργούνται επώνυμα από εβραϊκά βαφτιστικά (Σολομών–Σολωμός, Λεβύ–Λεβής κ.ά.). Παρόμοιο επώνυμο (Aharoni) υπάρχει σήμερα και στο Ισραήλ,3 ενώ στην Αρμενία είναι γνωστό από παλαιά το επώνυμο Αρονιάν, που έχει την ίδια ρίζα με το Αρώνης. Οι Ααρών, Αρώνιοι είναι γνωστός υστεροβυζαντινός οίκος με ακμή τους 11ο και 12ο αιώνες.4 Φαίνεται ότι από την Κωνσταντινούπολη ένας κλάδος της οικογένειας Αρώνη έφθασε στην Κρήτη, στην οποία υπάρχει από πολύ παλαιά χωριό Αρώνι στην επαρχία Κυδωνίας Χανίων. Το χωριό αναφέρεται και στην Απογραφή του Καστροφύλακα (1583) με 179 κατοίκους, υπάρχει δε σ’ αυτό ναός του 14ου αι. Το Αρώνι5 είναι το χωριό των Αρώνη και έλαβε την ονομασία του από το επώνυμο αυτό,6 το οποίο υπάρχει ακόμα στα Χανιά. Παλαιότερη αναφορά στο επώνυμο έχουμε από τη Νάξο το 1446. Αναφέρεται ότι ο Nicolo de Ruggero ελευθερώνει το βιλλάνο Στέφανο Αρώνη, ιερέα από τη Νάξο, και του αναγνωρίζει, εκτός από την ελευθερία του, την κυριότητα γόνιμης γης.7

Φαίνεται ότι και στα Κύθηρα η παρουσία του επωνύμου εμφανίζεται πολύ ενωρίς, καθώς έχουμε μαρτυρία από το 16ο αι. Συγκεκριμένα, το 1564 αναφέρεται σε συμβόλαιο8 ο Ιωάννης Αρώνης, οφειλέτης σε πληρεξούσιο της Μαρίας Χτενού, θυγατέρας Μαν. Γρυζώτη, της 6ης Δεκεμβρίου 1564. Η αναφορά αυτή είναι πολύτιμη, καθώς επιβεβαιώνει την παρουσία του επωνύμου στα Κύθηρα από το 16ο αι. και την παράδοση που θέλει το χωριό Αρωνιάδικα να δημιουργείται από κατοίκους της Παληόχωρας (του Βυζαντινού Αγ. Δημητρίου), που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή μετά την καταστροφή της Παληόχωρας από το Βαρβαρόσα (1537). Οι Αρώνηδες των Κυθήρων προέρχονται πιθανότατα από την Κρήτη, από την οποία προέρχονται πολλές οικογένειες των Κυθήρων, λόγω των στενών δεσμών των δύο νησιών. Μία αναφορά, που πιθανότατα οδηγεί στο επώνυμο, είναι αυτή για κάποιον Manuso d’ Arona9 από το Ρέθυμνο (1599). Από την Κρήτη αναφέρεται διασπορά10 του επωνύμου κατά τον επόμενο, 17ο αιώνα, μετά την κατάληψη από τους Τούρκους (1669). Στα Επτάνησα και συγκεκριμένα στους Παξούς το επώνυμο φαίνεται να υπάρχει και πριν από την κατάκτηση της Κρήτης, καθώς αναφέρεται εκεί ένας Δήμος Αρώνης το 1629, μάρτυρας σε θανατηφόρο ατύχημα από έκρηξη αρκεβουζίου.11 Στα Κύθηρα εν τω μεταξύ έχουμε σχετικές αναφορές το 17ο αι. από αφιερωματικές επιγραφές στο ναό του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ στα Αρωνιάδικα,12 όπου αναφέρεται δέησις των Γεωργίου Αρώνη και Εμμανουήλ Αρώνη, περίπου στο α΄ μισό του 17ου αι. Η οικογένεια γρήγορα γίνεται πολύκλαδη, αφού τον επόμενο, 18ο αι., έχουμε πολλές αναφορές στο επώνυμο, όπως προκύπτει από τις ενετικές απογραφές. Μάλιστα, τον αιώνα αυτό φαίνεται να δημιουργούνται τα περισσότερα προβλήματα με πολλαπλές συνωνυμίες, που αναγκάζουν τους κατοίκους να στραφούν στα παρωνύμια. Τα Αρωνιάδικα, όπως και τα Βιαράδικα, τα Λογοθετιάνικα και άλλα χωριά του νησιού, φαίνεται να κατοικούνται στην αρχή αποκλειστικά από άτομα με το ίδιο επώνυμο. Έτσι, σε μερικές δεκαετίες δημιουργείται πρόβλημα αναγνώρισης μεταξύ των πολλών συνωνυμιών και εξ αυτού και η ανάγκη των παρωνυμίων, πολλά από τα οποία καταλήγουν να γίνουν επώνυμα. Στα Αρωνιάδικα το μοναδικό επώνυμο αρχικά ήταν Αρώνης και στις απογραφές παρατηρούμε ότι κυρίαρχο βαφτιστικό είναι το Εμμανουήλ–Μανώλης, το οποίο εξακολουθεί και σήμερα να κυριαρχεί στη διασπορά, καθώς στα Αρωνιάδικα δεν έχει απομείνει πλέον κανένας με το επώνυμο Αρώνης, όλοι δε φέρουν επώνυμα,13 τα οποία αρχικά ήταν παρωνύμια του Αρώνης (Παναγιωτόπουλος, Παπαδόπουλος, Τσιτσίλιος και Τσιτσίλιας, Μηνούκος, Μαγονέζος, Αναστασόπουλος, Μυλωνόπουλος, Βιαρόπουλος, Κουμεσόπουλος). Πολλοί από τους απογόνους των τελευταίων βρίσκονται και σε άλλα χωριά, κοντινά με τα Αρωνιάδικα, όπως π.χ. Καστρισιάνικα, Διακόφτι ή στη διασπορά των Αθηνών ή του εξωτερικού.

Το επώνυμο Αρώνης στα Κύθηρα δεν είχε διασπορά έξω από το χωριό Αρωνιάδικα, εκτός από έναν κλάδο στη Χώρα, ο οποίος είναι παλαιότατος14 (τουλάχιστον από το 18ο αι.) και υπάρχουν ακόμη απόγονοί του εκεί. Η παρουσία του επωνύμου στο χωριό Καραβάς15 οφείλεται, κατά πάσα πιθανότητα, σε πρόσφυγες από τη νότια Πελοπόννησο, που έφθασαν στο νησί μετά τα Ορλωφικά.16 Και σήμερα ακόμη είναι ισχυρή η παρουσία του επωνύμου στις κοντινές με την περιοχή των Βοιών κοινότητες, ειδικά μάλιστα στην Ελαφόνησο. Δεν είναι διαπιστωμένο με ακρίβεια αν οι Αρώνηδες αυτοί, που βρίσκονται στην περιοχή από το 18ο αι. τουλάχιστον, προέρχονται σίγουρα από τα Κύθηρα ή έφθασαν εκεί από την Κρήτη σε μία από τις πολλές μετακινήσεις προς την περιοχή κρητών προσφύγων. Σύμφωνα πάντως με την παράδοση μερικών από αυτές τις οικογένειες, η μεγαλύτερη πιθανότητα είναι να προέρχονται από τα Κύθηρα. Μάλιστα υπάρχουν ακόμη οικογένειες στα Βάτικα, που διατηρούν στενούς συγγενικούς δεσμούς με αντίστοιχες των Κυθήρων, μερικοί δε γνωρίζουν ότι προέρχονται από αυτές (π.χ. η οικογένεια Αρώνη-Αναστασόπουλου, που διατηρούσε μέχρι πρόσφατα και τα δύο επώνυμα).

Σημαντική όμως είναι η διασπορά του επωνύμου σε άλλα μέρη του κόσμου, όπου υπάρχει κυθηραϊκή διασπορά. Στη Σμύρνη και στην ευρύτερη Μικρά Ασία υπήρχαν πολλές οικογένειες Αρώνη, οι περισσότερες από τις οποίες είναι διαπιστωμένα κυθηραϊκής καταγωγής. Μάλιστα στην περιοχή Αξαρίου και Γκιορδών μία οικογένεια Αρώνη περιλαμβάνεται μεταξύ των παλαιοτέρων κυθηραϊκών οικογενειών της περιοχής, πολλές από τις οποίες έφθασαν εκεί από το 18ο αι.17 Στο Αϊδίνιο υπήρχε η οινοποιία των αδελφών Αρώνη.18 Στη Σμύρνη αναφέρεται και ο καθηγητής Φυσικών Κων. Αρώνης.19 Απόγονοι των οικογενειών αυτών υπάρχουν σήμερα στην περιοχή των Αθηνών, πολλοί από τους οποίους γνωρίζουν για την κυθηραϊκή καταγωγή τους. Το επώνυμο συναντάται συχνά στην Αυστραλία, όπου διαπρεπής εκπρόσωπός του είναι ο καθηγητής Μανώλης Αρώνης, τις ΗΠΑ και αλλού. Στις αρχές του 18ου αι. αναφέρονται ναυτικοί με το επώνυμο Αρώνης, μερικοί από τους οποίους είναι κυθηραϊκής καταγωγής.20 Κατά τα χρόνια που ακολούθησαν την πτώση της ενετικής κυριαρχίας, όταν οι κανόνες για την απόκτηση τίτλων ευγενείας στα Κύθηρα είχαν γίνει ελαστικότεροι και η απονομή τους είχε σχέση κυρίως με την οικονομική κατάσταση όσων ήθελαν να τους αποκτήσουν, αναφέρεται η απονομή τέτοιου τίτλου ευγενείας σε έναν Θεόδωρο Μηνά Αρώνη, ευκατάστατο αστό των Κυθήρων,21 που η καταγωγή του ήταν από το χωριό Αρωνιάδικα και η οικογένειά του ανήκε, βέβαια, σε παλαιά οικογένεια χωρικών. Στους Κυθηρίους της διασποράς ανήκε και ο Φιλοΐτης Αρώνης,22 ο οποίος άφησε στη διαθήκη του ένα σημαντικό ποσό για να σπουδάζουν κυθήριοι νέοι.

Στην Αθήνα σήμερα ζουν αρκετοί απόγονοι, τόσο του κλάδου των Αρωνιαδίκων, όσο και του Καραβά, ενώ δεν είναι λίγοι και αυτοί των οποίων τα επώνυμα προέρχονται από τα παρωνύμια του Αρώνης.

Σημειώσεις

1. Κων. Παπαρρηγόπουλος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εν Aθήναις 1969.

2. Το Ααρών είναι συνηθισμένο, αν και περιορισμένα, και ως βαφτιστικό στον ελληνικό χώρο. Π.χ. Ααρών, αδελφός Νικηφόρου Μοσχόπουλου Μητροπολίτου Λακεδαιμονίας ( St. Runciman, Μυστράς, Aθήνα 1986, σελ. 115). Για την ετυμολογική του προέλευση έχουν διατυπωθεί διαφορετικές απόψεις: α) Α (επιτ. πρόθ.) και ôρος = ωφέλεια, βοήθεια, επικουρία (και ρ. ôρνυμαι=βραβεύομαι). β) α­ρω, ανυψώ. Μέλλων αρούμαι (μίσθαρνος) και γ) ‰Aαρ=ο παράδεισος, τα Ηλύσια πεδία της αιγυπτιακής θρησκείας.

3. Στ. Σπανάκης, Πόλεις και χωριά της Kρήτης στο πέρασμα των αιώνων (μητρώον των οικισμών), Hράκλειο 1991, σελ. 152, όπου αναφέρεται ο Jochanan Aharoni, καθηγητής αρχαιολόγος στην Ιερουσαλήμ.

4. Εγκυκλοπαιδικό Προσωπογραφικό Λεξικό Βυζαντινής Ιστορίας και Πολιτισμού (επιμ. Αλ. Σαββίδης), Γ΄, σελ. 43, όπου αναφέρεται η βιβλιογραφική τεκμηρίωση (V. Lauvent, La prosopographie de l’ Empire byzantin, plans et travaux. Appendice à la famille byzantin des Aaron et ses homonymes, Έchos d’ Orient 33 (1934), σελ. 385-95. J. – Cl. Cheynet, Pouvoir et contestations à Byzance 963-1210, Παρίσι 1999, ευρετ. σελ. 481α).

5. Σπανάκης, ό.π., σελ. 152.

6. Ν. Τωμαδάκης, Oικ. Salamon–Σολωμού εν Κρήτη, Eπετηρίς Eταιρείας Bυζαντινών Σπουδών 14 (1938), σελ. 166.

7. Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδ. Αθηνών, Θ΄, σελ. 264.

8. Εμμ. Κασιμάτης, σελ. 166.

9. Αιτήματα και πραγματικότητες, Α΄, σελ. 129.

10. Οικογένεια Αρώνη περιλαμβάνεται μεταξύ των κρητών προσφύγων στην Κέρκυρα, αφού μαρτυρείται μετά το 1678 μεταξύ των συναδέλφων του ναού του Τριμάρτυρος. (Βλ. Α. Χ. Τσίτσας, «Τριμάρτυρος» Ναός των Κρητών προσφύγων στην Κέρκυρα, Δελτίον Aναγνωστικής Eταιρείας Kερκύρας 19 (1982).

11. Εφημερίδα Τρούθ των Κυθήρων, αρ. φύλλου 127.

12. Π. Λαζαρίδης, Μεσαιωνικά και Βυζαντινά μνημεία, Αρχαιολογικόν Δελτίον 20 (1965).

13. Με τα θέματα που προκύπτουν από τα επώνυμα ασχολούμαστε κατά την εξέταση καθενός επωνύμου ξεχωριστά. Επειδή όμως τα επώνυμα αυτά έχουν άμεση σχέση με το εξεταζόμενο εδώ επώνυμο–πυρήνα Αρώνης, χρήσιμο είναι οι ενδιαφερόμενοι να διαβάσουν και τα σχετικά επώνυμα.

14. Το 1753 αναφέρεται (Απογραφές Kυθήρων Α΄, σελ. 240, Γ΄ 182) στη Χώρα ο Todorin Aroni Lebidiano (Λεμπιδιανός).

15. Απογραφές Kυθήρων, όπου έχουμε τον Gianni Aroni q. Manoli στην ενορία της Παναγίας Δέσποινας, το 1788.

16.Πρόσφυγες, σελ.79-100.

17. Κυθηραϊκή παρουσία, σελ. 370.

18. Η βιομηχανία,  σελ. 196.

19. Kυθηραϊκή παρουσία, ό.π., σελ. 379.

20. Ενδεικτικά αναφέρονται οι: Φίλιππος και Ιωάννης Αρώνη και ο Μηνάς Αρώνης, καπετάνιος της σκούνας «Μυρτιδιώτισσα». Bλ. H Ναυτιλία, Α΄, σελ. 182 και 424. Ο τελευταίος είναι οπωσδήποτε Κυθήριος, χωρίς να αποκλείεται να είναι και οι άλλοι δύο από το νησί.

21. Ιστορία, Β΄ σελ. 56. Η απονομή αυτού του τίτλου έγινε το 1805 και πρέπει να ήταν από τις λίγες απονομές τίτλων ευγενείας σε απογόνους «χωρικών» και πιθανόν και από τις τελευταίες, καθώς λίγο αργότερα, κατά την αγγλοκρατία, δεν απονέμονταν τίτλοι ευγενείας. Το δίπλωμα της απονομής, που δημοσιεύει ο Τσιτσίλιας, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Περιλαμβάνει τη φράση ότι ο νέος έχει εισόδημα «…..ταλλαρών πεντήκοντα ολικήν κυριότητα χρονικόν εισοδήματος περιουσίας» και περιλαμβάνει τον όρο ότι ο τίτλος αφορά και τους υιούς του Θ. Αρώνη, Νικολό, Κωνσταντή και Ιωάννη.

22. Πρόκειται για εύπορο σιδηρουργό, ο οποίος άφησε (1890) μέρος της περιουσίας του για την κατασκευή ελληνικού σχολείου στα Αρωνιάδικα (βλ. Μιχ. Πετρόχειλος, Ιστορία των Κυθήρων, Aθήνα 1995, σελ. 106). Το όνομά του πρέπει να είναι Θιλοΐτης (γραφόταν από τους Ενετούς Thiloiti) και αντιστοιχεί στο Θεολόγος.

Συμπληρωματικά στοιχεία για το Αρώνης από το βιβλίο «Συμπληρωματικά στοιχεία για τα ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ»

Όσον αφορά το συνηθισμένο στα Κύθηρα επώνυμο Αρώνης σημαντικό θέμα σχετικά με αυτό είναι η καταγωγή του, καθώς έχει εκφρασθεί η άποψη μήπως οι πρόγονοι της οικογενείας έχουν Εβραϊκή καταγωγή.  Καίτοι δεν ανήκει στην παρούσα έρευνα, μπορούμε να αναφέρουμε ότι τα βαφτιστικά ονόματα των Χριστιανών, τόσο στους Καθολικούς, όσο και στους Ορθοδόξους, περιλαμβάνουν πλείστα όσα ονόματα με Εβραϊκή καταγωγή εξ αιτίας της Παλαιάς Διαθήκης χωρίς αυτό να σημαίνει οτιδήποτε σχετικά με την καταγωγή των οικογενειών που τα φέρουν. Όσον αφορά το επώνυμο Αρώνης, ενδιαφέρον έχει ο εντοπισμός του επωνύμου Ααρών στο Βυζάντιο (από το οποίο το πιθανότερο είναι να προέρχεται το Αρώνης) ήδη από το 12ο  αι. Συγκεκριμένα, σημαντική είναι η αναφορά στον Ισαάκιο Ααρών, ο οποίος αναφέρεται κατά τα έτη 1166-1171 ως Πρωτονοβελίσσιμος, Ακόλουθος, αξίωμα, το οποίο σημαίνει τον αρχηγό των Βαράγγων φρουρών, ενώ υπηρέτησε για χρόνια στη Βυζαντινή αυλή ως διερμηνέας λόγω της άριστης γνώσης του της Λατινικής γλώσσας. Ο Νικήτας Χωνιάτης θεωρεί ότι ο αξιωματούχος αυτός καταγόταν από την Κόρινθο και είχε μάθει λατινικά, όταν ήταν αιχμάλωτος των Σικελών, ενώ ο Κίνναμος τον θεωρεί Λατίνο[1]. Σχετικά με την καταγωγή του έχουν εκφρασθεί διάφορες απόψεις από αυτές που απορρίπτουν την εβραϊκή του καταγωγή μέχρι αυτές που την θεωρούν αδιαμφισβήτητη. Το θέμα της καταγωγής του αξιωματούχου αυτού αναλύει διεξοδικά σε ανακοίνωσή του ο καθηγητής Αλέξιος Σαββίδης, ο οποίος δέχεται τη δεύτερη άποψη παραθέτοντας σειρά ιστορικών στοιχείων και λογικών συμπερασμάτων[2]. Εκείνο, πάντως, που δεν είναι γνωστό είναι ότι δεν μπορεί να διαπιστωθεί κατά πόσον συνδέεται η καταγωγή των Αρώνη με τη συγκεκριμένη οικογένεια ή με άλλη Βυζαντινή οικογένεια, καθώς δεν αμφισβητείται η Βυζαντινή καταγωγή του επωνύμου, είναι δε γνωστό ότι στα Κύθηρα διασώζεται συμπαγής ομάδα Βυζαντινής καταγωγής επωνύμων με πολλά από αυτά να ανάγονται στους πριν το 13ο αι χρόνους. Μέχρι όμως να βρεθούν και άλλα στοιχεία σχετικά με τη συνέχεια των οικογενειών Ααρών-Αρώνης τίποτα δεν μπορεί να γραφεί με ασφάλεια και όλα βρίσκονται στη σφαίρα της πιθανότητος. Όσον αφορά το συγκεκριμένο βυζαντινό αξιωματούχο, αυτός υπηρέτησε τρεις αυτοκράτορες, αλλά κατέληξε να τυφλωθεί από τον Μανουήλ Α’ Κομνηνό και να γλωσσοκοπηθεί από τον Ισαάκιο Β’  Άγγελο, ο οποίος μάλιστα τον τιμώρησε σύμφωνα με όσα είχε προτείνει ως αποτελεσματική τιμωρία στον προκάτοχό του ο ίδιος ο Ααρών Ισαάκιος, ο οποίος, εκτός των άλλων, είχε αναμιχθεί και σε θέματα μαγείας!

[1] Paul Magdalino, Η αυτοκρατορία του Μανουήλ Α’ Κομνηνού 1143-1180, σελ. 363, 364 σημ. 143.
[2] Αλ. Σαββίδης, Ααρών Ισαάκιος ο Κορίνθιος και η δράση του στο Βυζάντιο (β’ μισό 12ου αιώνα) εις Βυζαντινά, Τουρκικά, Μεσαιωνικά, Ιστορικές συμβολές, εκδ. Ηρόδοτος, Αθήνα 2002 σελ. 315-324, όπου και αναλυτική βιβλιογραφία.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Σε πρόσφατη έκδοση βιβλίου με τον τίτλο ‘Τα επώνυμα των Ελλήνων και οι αρβανίτικες ρίζες τους» του Κ. Ραχούτη αναφέρεται (σελ. 57) ότι το επώνυμο Αρώνης έχει ρίζα την αρβανίτικη λέξη αρ=χωράφι που ταυτίζεται με το αρχαιοελληνικό αρ=πεδίο, έδαφος, εξ ου οι λέξεις άροση, άροτρο κλπ. Μάλιστα επισημαίνει ότι στα αρβανίτικα αυτός που κάνει την άροση λέγεται αρώνης. Η άποψη αυτή απομονώνει τη συγκεκριμένη ρίζα και δείχνει να αγνοεί την πλούσια σχετική βιβλιογραφία και την ιστορική εξέλιξη του επωνύμου από τα Βυζαντινά χρόνια, δεν γνωρίζουμε δε να αναφέρεται από άλλους ερευνητές για να σχηματισθεί μία καλλίτερη εικόνα με σφαιρική αναφορά όλων των απόψεων.

Τα κείμενα για τα επώνυμα και τοπωνύμια, τα οποία δημοσιεύονται εδώ, είναι τα ίδια με όσα έχουν δημοσιευθεί στα αντίστοιχα βιβλία μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ και ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ, τα οποία έχουν εκδοθεί από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (κυκλοφορούν και στα αγγλικά από:  Kytherian Association of Australia,  Kyhterian World Heritage Fund και Kytherian Publishing and Media). Από τις αναδημοσιεύσεις εδώ απουσιάζουν συνήθως οι βιβλιογραφικές και λοιπές σημειώσεις, είναι δε ευνόητον ότι για να αποκτήσει ο αναγνώστης πλήρη εικόνα για κάθε επώνυμο ή τοπωνύμιο είναι απαραίτητο να διαβάσει και τις εκτενείς αναφορές στα εισαγωγικά σημειώματα των παραπάνω βιβλίων, καθώς, χωρίς αυτά, οι γνώσεις του για το θέμα θα παραμένουν ελλιπείς.

Οι εκδόσεις στα Ελληνικά διατίθενται από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (βλ. στοιχεία στο σχετικό link σε αυτόν εδώ τον ιστότοπο) και στα Κυθηραϊκά βιβλιοπωλεία. 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο