Το επώνυμο “Γλυτσός”

1.137

Ένα από τα παλαιά, αλλά όχι ιδιαίτερα διαδεδομένα, επώνυμα των Κυθήρων, το οποίο προέρχεται και αυτό από παρωνύμιο. Περιορίζεται γύρω από το χωριό Δόκανα και στα Αντικύθηρα, όπου έφθασε από τα Κύθηρα και απαντάται με τρεις τρόπους γραφής, παραλλαγή κατ’ ουσίαν του ίδιου επωνύμου: Γλυτσός, Γλυτζός και Γλιτζός, τα δύο τελευταία με τη συνήθη μετατροπή του -σ σε -ζ κατά την ενετοκρατία, που οφείλεται συνήθως στον τρόπο γραφής.

Το επώνυμο ετυμολογείται από τη λέξη γλίτσα, που γράφεται και γλίτζα και γλύτζα και έχει διάφορες σημασίες, κυρίως όμως σημαίνει το λίπος από βρασμένο κρέας, κυρίως χοιρινό, τη λεγόμενη γλίνα. Στη συνέχεια απέκτησε και άλλες σημασίες, όπως το λεκέ από λίπος και τη λιπαρή και γλιστερή βρωμιά. Από αυτά παράγονται ο γλιτσερός (=γεμάτος γλίτσα) και ο γλίτσης (=ο βρώμικος).

Advertisement

Το επώνυμο Γλυτσός των Κυθήρων (το οποίο θα γράφεται στη συνέχεια με την επικρατούσα σήμερα μορφή, δηλ. με υ αντί της παλιότερης με ι) προέρχεται από παρωνύμιο και είναι το παλαιότερο παρωνύμιο των Κυθήρων από αυτά που έχουν μετατραπεί σε επώνυμα, αφού αναφέρεται στις πηγές από το 16ο αι. Το παρωνύμιο μπορεί να σήμαινε τον ασχολούμενο με το λίπος (στα παλιά χρόνια το λίπος το χρησιμοποιούσαν για φωτισμό στους λίχνους, στα δέρματα, στο φαγητό και σε πολλές άλλες χρήσεις), ή το βρώμικο από την ενασχόλησή του με λίπος ή γενικά το βρώμικο, το ρυπαρό.

Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχουν πολλές παρόμοιες περιπτώσεις, από τις οποίες να προκύπτουν ενδιαφέροντα στοιχεία για τη μετατροπή ενός παρωνυμίου σε επώνυμο, γι’ αυτό τα στοιχεία που αφορούν το Γλυτσός είναι εξαιρετικού ενδιαφέροντος.

Η πρώτη αναφορά προέρχεται από τη σχηματισθείσα δικογραφία από τις ενετικές αρχές σε βάρος του προβλεπτή Κυθήρων Pietro Suriano (1571-1573), στην οποία γίνεται λόγος για ένα Γλυτσό από το χωριό Αρκάρι, τη θυγατέρα του οποίου ήθελε να βιάσει ο προβλεπτής το 1572 και ο πατέρας της αναγκάστηκε να την πάρει και να κρυφθούν στα γύρω δάση. Το χωριό Αρκάρι, το οποίο αναφέρεται και στην απογραφή του Καστροφύλακος, δεν έχει εντοπισθεί από την έρευνα σε ποιο σημερινό σημείο των Κυθήρων αντιστοιχεί. Αν ληφθεί υπόψη ότι οι Γλυτσοί ένα περίπου αιώνα αργότερα εντοπίζονται να κατοικούν στα Δόκανα, όπου παραμένουν μέχρι σήμερα, πιθανότατα το Αρκάρι να είναι τα Δόκανα ή κάποιος γειτονικός οικισμός (Αρέοι;). Δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί επίσης ότι το παρωνύμιο Γλυτσός δεν είναι ασυνήθιστο στα Κύθηρα στα παλαιότερα χρόνια, αφού μ’ αυτό αναφέρεται ένας Καρύδης (1789) και ένας Φαρδούλης (1705). 5  Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι πρόκειται για παρωνύμιο και δημιουργεί πρόσθετα ερωτηματικά στο μελλοντικό ερευνητή για την ενδεχόμενη θέση του οικισμού Αρκάρι, αφού οι Φαρδούληδες είναι από τον Ποταμό και οι Καρύδηδες από τον Μυλοπόταμο (βρίσκονται όμως και στα Δόκανα ήδη από το 18ο αι.).

Αρχικό επώνυμο των Γλυτσών ήταν το Παυλάκης, το οποίο είναι επίσης παρωνύμιο κλάδου των Σαμίων στα Κύθηρα, γνωστό από το 16ο αι., επίσης με παρουσία στο κοντινό με τα Δόκανα χωριό Φράτσια αρχικά και στη συνέχεια στα ίδια τα Δόκανα. Η σχέση των δύο επωνύμων προκύπτει από τις απογραφές του 18ου αι. Στην ενορία του Αγ. Ελευθερίου στα Δόκανα εντοπίζονται από το 1721 οικογένειες με το επώνυμο Παυλάκης και το παρωνύμιο Γλυτσός (Glizzo). Ο συσχετισμός των οικογενειών είναι εύκολος σε όλο το 18ο αι. Εκείνο που παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον και παρέχει πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία και για τη σχέση του επωνύμου Παυλάκης με το Σάμιος, είναι ο εντοπισμός του βαφτιστικού Παύλος σε σειρά οικογενειών Γλυτσών στα Δόκανα. Αν ληφθεί υπόψη ότι από έναν Παύλο Σάμιο προήλθε το επώνυμο Παυλάκης, τότε και οι Γλυτσοί αποτελούν κλάδο του επωνύμου Σάμιος, στον οποίο μάλιστα επιβιώνει το βαφτιστικό Παύλος κατά το 18ο αι., που είναι κοινό στους Σάμιους. Το 19ο αι. αναφέρεται ότι ένας Γλυτσός από τα Δόκανα εγκαθίσταται στα Αντικύθηρα και από αυτόν κατάγονται όλοι οι Γλυτσοί των Αντικυθήρων, που υπάρχουν μέχρι σήμερα στο νησί και τη διασπορά του.

Στο τέλος του 18ου αι. αναφέρεται να υπογράφει τα έγγραφα για την οργάνωση κριτηρίων στα Κύθηρα ένας παπά Μανόλης Παυλάκης Γλυτζός (8 Αυγούστου 1797).

Κατά το 17ο αι. τοποθετείται η δράση του πειρατή Γληγόρη Γλυτζού, ο οποίος γεννήθηκε στα Κύθηρα το 1662 και η ζωή του και η δράση του περιβάλλονται από θρύλους. Σύμφωνα με αυτούς, ο Γλ. Γλυτζός ανήκε σε αρχοντική οικογένεια της Κεφαλληνίας (κάτι που δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφού στα Κύθηρα οι Γλυτσοί βρίσκονται ήδη ένα αιώνα ενωρίτερα, ενώ και στην Κεφαλληνία δεν είναι γνωστή αντίστοιχη αρχοντική οικογένεια) και κατάφερε να δημιουργήσει πειρατικό στολίσκο από δώδεκα σκάφη, τα οποία ενοχλούσαν τους οθωμανούς πειρατές στο Αιγαίο, που δρούσαν με τη σουλτανική εύνοια. Ο Γλ. Γλυτζός απέκτησε τεράστια φήμη, όταν νίκησε τον κουρσάρο Νισάν Ταφαρί, αλλά τότε προκάλεσε την οργή των Τούρκων. Οι Τούρκοι καταφέρνουν να τον εξοντώσουν εντάσσοντας στη δύναμή του τον πράκτορά τους ναπολιτάνο πειρατή Μπεκατόρε, που δολοφονεί δόλια το Γλυτζό, για να υποστεί παρόμοια τύχη από αυτούς στη συνέχεια.

Σήμερα οι Γλυτσοί στα Κύθηρα εξακολουθούν να ζουν στα Δόκανα, ενώ αναφέρονται και στη διασπορά στην Αυστραλία και τις ΗΠΑ, υπάρχουν δε αρκετοί και στην περιοχή των Αθηνών, ενώ παλαιότερα αναφέρονται μετακινήσεις τους μέχρι τη Ρωσία. Στην Αθήνα υπάρχουν Γλυτσοί και από τα Αντικύθηρα (πέντε οικογένειες) και άλλη μία στη Θεσσαλονίκη, ενώ στα Αντικύθηρα έχει απομείνει μία επίσης οικογένεια.

Στη συνέχεια παραθέτουμε τα στοιχεία που προέκυψαν από τη νεότερη έρευνα και ανατρέπουν πολλές από τις σκέψεις που έγιναν στο παραπάνω κείμενο.

(Από το βιβλίο μας ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ)

Γλυτσός

Για το επώνυμο Γλυτσός είχαμε διατυπώσει στα Κυθηραϊκά Επώνυμα την άποψη ότι είναι παρωνύμιο του επωνύμου Παυλάκης (που και αυτό είναι παρωνύμιο του Σάμιος) καθώς αυτό προέκυπτε από τη μελέτη των Ενετικών απογραφών του 18ου αι. Το επώνυμο Γλυτσός είχε ανιχνευθεί και το 16ο αι. στην υπόθεση του νεαρού Ενετού προβλεπτή στα Κύθηρα Pietro Suriano, ο οποίος είχε κατηγορηθεί για διαφθορά και είχε τιμωρηθεί με εξορία. Σύμφωνα με τη σχετική δικογραφία[1], η οποία είχε σχηματισθεί τότε από τις Ενετικές αρχές, ένας κάτοικος του χωρίου Αρκάρι με το όνομα Γλιτζός (=Γλυτσός), του οποίου τη θυγατέρα είχε βάλει στόχο να διαφθείρει ο προβλεπτής, είχε καταφύγει μαζί της σε δάσος έξω από το χωριό για να γλυτώσει από τους στρατιώτες του προβλεπτή, που τον κατεδίωκαν. Χωριό Αρκάρι(ο) στα Κύθηρα δεν είχε εντοπισθεί, ούτε ήταν γνωστό μέχρι τότε, όμως τελικά βρέθηκε η θέση του[2].

Πρόκειται για έναν κατεστραμμένο σήμερα οικισμό ΒΔ του Ποταμού εκεί που βρίσκονται τώρα οι ναοί του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Στεφάνου[3]. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα νέα στοιχεία, αλλά και από τη διαπίστωση ότι το επώνυμο Γλυτσός αναφέρεται και σε παλαιότερη εποχή και μάλιστα πριν από το 16ο αι., θα πρέπει να υποθέσουμε ότι το επώνυμο αυτό προϋπήρχε και για άγνωστο λόγο αργότερα, το 18ο αι., καταγράφεται ως παρωνύμιο κλάδου των Παυλάκη. Το φαινόμενο αυτό, της «κυκλοφορίας» δηλαδή των παρωνυμίων σε διαφορετικά επώνυμα, αλλά και της αναφοράς πολλών επωνύμων με το ίδιο παρωνύμιο δεν είναι ασυνήθιστο στα Κύθηρα και μένει να διαπιστωθεί σε νεότερες έρευνες αν όντως η νέα αυτή υπόθεση έχει ανάλογη βάση.  Ένα πρόσθετο στοιχείο για τα παραπάνω αποτελεί και η διαπίστωση ότι έχουμε αναφορές κατά το 16ο αι. για παρωνύμιο Προδότης σε κλάδο της οικογενείας Γλιτζού[4]. Αν και αυτό δεν μπορεί να αποτελεί απόδειξη, καθώς τα παρωνύμια κινούνται από επώνυμο σε επώνυμο, ο εντοπισμός επωνύμου ή παρωνυμίου (δεν διευκρινίζεται) Προδότης κατά το 15ο αι. ίσως να οδηγεί προς τα πίσω στο χρόνο και το επώνυμο Γλυτσός, αν φυσικά συνδέονται, όπως συμβαίνει σίγουρα το 16ο αι.

Ε.Π.ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΣ

 

[1] Κ. Γ. Τσικνάκης, «Έργα και ημέρες ενός βενετού προβλεπτή στα Κύθηρα. Η θητεία του Pietro Suriano τα χρόνια 1572-1574», εφημ. Κυθηραϊκά, έτος 7, αρ. φύλλου 72, Ιούνιος 1994, σσ 9 και 14.

[2] Τότε είχαμε διατυπώσει την υπόθεση, ότι το Αρκάρι θα έπρεπε να βρίσκεται κοντά στον οικισμό Δόκανα ή να είναι αυτός ο ίδιος ο οικισμός, καθώς εκεί εντοπίζονταν όλοι οι Γλυτσοί κατά το 18ο αι.

[3] Εμμ. Π. Καλλίγερος, Κυθηραϊκά τοπωνύμια, Ιστορική γεωγραφία των Κυθήρων, Αθήνα 2011, σελ. 86.

[4] Ελ. Χάρου-Κορωναίου Εμμ. Δρακάκης, Δημ. Φάναρης…. σ. 87.

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο