Επώνυμο το οποίο είχε πάντα μικρή παρουσία στα Κύθηρα απ’ όπου εξέλιπε πρόσφατα, είναι όμως από τα παλαιότερα και από αυτά που είχαν συνεχή παρουσία στο νησί. Τα προβλήματα που δημιουργούνται στην έρευνα με το επώνυμο αυτό είναι πολλά, καθώς παρουσιάζεται σε αρκετές περιοχές, κυρίως ως παρωνύμιο, από τις οποίες χάνεται στη συνέχεια. Ως επώνυμο διατηρείται ακόμη στον κλάδο του Μυλοποτάμου, που είναι ο παλαιότερος και με ειδικό ενδιαφέρον στην έρευνα.
Ετυμολογικά δεν παρουσιάζει δυσκολίες, ψαρός είναι αυτός που έχει γκρίζο τρίχωμα, ο γκριζομάλλης ή αυτός του οποίου αρχίζουν να ασπρίζουν τα μαλλιά. Για τα ζώα είναι ο διάστικτος και ο ποικιλόχρωμος, ενώ στο λεξικό Σούδα ψηρός και ψαρός είναι ο ξηρός. Στον Ερωτόκριτο απαντάται και η έννοια του ψαρός (=ταχύς). Το παρωνύμιο Ψαρός, από το οποίο προήλθε το επώνυμο, μπορεί να έχει σχέση με τον γκριζομάλλη ή το διάστικτο και είναι κοινότατο σ’ όλη την Ελλάδα, τόσο ως επώνυμο, όσο και ως παρωνύμιο με πολλά παράγωγα. Ένα από αυτά, κοινό στην Κρήτη, είναι το Ψαρομήλιγκος, αυτός που έχει ψαρούς κροτάφους, από το οποίο προέρχεται και το κυθηραϊκό επώνυμο, που ήρθε όμως από την Κρήτη, Μηλιγκάκης.
Το επώνυμο Ψαρός παρουσιάζεται και στην Κρήτη. Αναφέρεται ενδεικτικά από το 13ο αι. σε νοταριακό έγγραφο ο Jannis lo Psaro.1
Στα Κύθηρα οι παρουσίες του επωνύμου είναι συχνές σε νοταριακά έγγραφα. Από το 16ο αι. αναφέρονται οι Θεόδωρος Ψαρός, Κώστας Ψαρός του κυρ Θεόδωρου και Γιώργης Ψαρός του κυρ Θεόδωρου.2 Η οικογένεια είναι εγκατεστημένη από τότε στο Μυλοπόταμο, καθώς αναφέρεται να κατέχει εκεί σημαντικά περιουσιακά στοιχεία.3 Σε άλλη περίπτωση, οι αδελφοί Γιώργης και Κώστας Ψαρός αναφέρονται στη δικογραφία εναντίον του προβλεπτή Pietro Suriano, μεταξύ των δανειστών του.4 Το 1666 αναφέρεται στις πηγές ένας Θεόδωρος Ψαρός,5 γιος προφανώς, ενός από τους προηγουμένους.
Το 18ο αι., στις ενετικές απογραφές, εμφανίζεται το Ψαρός από το 1721 στο Δρυμώνα (ενδεικτικά αναφέρονται οι Jani και Micali Ρsaro q. Giorgi με τις οικογένειές τους).6 Oι ίδιοι όμως το 1724 απογράφονται με το κανονικό τους επώνυμο, που είναι το Κασιμάτης. Στη συνέχεια, αυτοί οι κλάδοι παίρνουν το παρωνύμιο Καρτσούρης, το οποίο αφήνει ίχνη στην περιοχή μέχρι σήμερα.7 Έτσι αποδεικνύεται ότι στον Δρυμώνα το Ψαρός είναι παρωνύμιο κλάδου της οικογενείας Κασιμάτη.8 Το 1724 και το 1760 το επώνυμο συναντάται και στα Λογοθετιάνικα (στην ενορία της Παναγίας σημειώνουμε τους Jani Psaro q. Dimitri, Giorgi Psaro q. Gianni, Vassili Psaro q. Thodorin κ.ά.).9 Και εδώ φαίνεται ότι πρόκειται για παρωνύμιο, πιθανότατα κλάδου της μεγάλης οικογενείας Πρινέα.10
Εκεί που το Ψαρός φαίνεται να εμφανίζεται αρχικά, δηλαδή στο Μυλοπόταμο, όπου βρίσκεται από το 16ο αι., υπάρχουν και οι περισσότερες παρουσίες στις απογραφές του 18ου αι., με ασφαλή σχέση των περισσότερων οικογενειών μεταξύ τους και βέβαια με αναφορά από την αρχή για επώνυμο και όχι για παρωνύμιο.11 Μερικές φορές αναφέρονται και παρωνύμια σε οικογένειες Ψαρών όπως Cursari (Κουρσάρης) και Sculadri (Σκουλάντρης).12 Το πρώτο εμφανίζεται και ως επώνυμο, είναι βέβαιο όμως ότι πρόκειται για παρωνύμιο του Ψαρός. Το πιο ενδιαφέρον είναι το παρωνύμιο Σκουλάντρης, καθώς είναι και σήμερα γνωστός ο οικισμός Σκουλαντριάνικα στην ανατολική πλαγιά του βουνού Μερμηγκάρης, λίγα χιλιόμετρα από το Μυλοπόταμο. Εκεί οι περιουσίες ανήκαν μέχρι πρόσφατα σε οικογένεια Ψαρού. Το παρωνύμιο Σκουλάντρης εμφανίζεται στην οικογένεια από το 1753,13 αλλά έχει ενδιαφέρον ότι παρουσιάζεται από το 1724 στα Μητάτα με έναν Marco Sculadri q. Micali.14 Είναι άγνωστο αν υπάρχει σχέση των οικογενειών και το Σκουλάντρης υπήρχε αρχικά ως επώνυμο,15 για να καταστεί με τα χρόνια παρωνύμιο του Ψαρός στο Μυλοπόταμο με σχέσεις που δημιουργήθηκαν με την πάροδο των χρόνων.
Το επώνυμο Ψαρός δεν φαίνεται να έχει μεγάλη διάδοση μετά το 18ο αι., ούτε ανιχνεύεται στις περιοχές της κυθηραϊκής διασποράς, αν και από το Μυλοπόταμο η μεταναστευτική κίνηση ξεκινά πολύ νωρίς, ήδη από το 18ο αι., οπότε υπάρχει περίπτωση να χάθηκε και το επώνυμο αυτό, όπως και πολλά άλλα κυθηραϊκά επώνυμα και να μην βρίσκεται στις γνωστές σήμερα πηγές. Σήμερα μία μόνον οικογένεια είναι γνωστή από το Μυλοπόταμο στη διασπορά των Αθηνών.
1. M. Χαιρέτης, Τα παλαιότερα κατάστιχα του Aρχείου του Δούκα της Kρήτης, Κρητικά Xρονικά 21 (1969), σελ. 514.
2. Εμμ. Κασιμάτης, σελ. 314, 316.
3. Ό.π., σελ. 126.
4. Τσικνάκης, Έργα και ημέρες ενός Eνετού Προβλεπτή στα Kύθηρα και Ονόματα κατοίκων των Kυθήρων, εφημ. Kυθηραϊκά, Φ. 72, Ιούνιος 1994 και 73 Ιούλιος-Αύγουστος 1994.
5. Ψαράς, Πείνα στα Κύθηρα, σελ. 78.
6. Απογραφές Kυθήρων, Α932, Α240.
7. Από μία «δύσβατη» παρακολούθηση των δύο κλάδων αποδεικνύεται ότι οι Micali Cassimati q. Gianni Carzuri (H 629) και Panagioti Cassimati q. Gianni Carzuri του 1788 αποτελούν απογόνους αυτών των δύο Ψαρών, που αναφέρθηκαν προηγουμένως. (Στη μία περίπτωση η σειρά είναι: Α240, Β481, Γ317, Γ320, Δ360, Ε410, ΣΤ 479, Ζ 439, Η 630).
8. Απογραφές Kυθήρων, Β489, Β481.
9. Ό.π., Β945, Δ1294, Δ1296.
10. Παρ’ ότι δεν φαίνεται ταύτιση, αυτή δεν πρέπει ν’ αποκλεισθεί, αν ληφθεί υπόψη πιθανό λάθος του απογραφέα στο πατρώνυμο· βλ. πιθανή σχέση με οικογένεια Jani Prinea, Απογραφές Kυθήρων, Α 931 με Β 945.
11. Ό.π., Α 608, 611, 615, Β 1258, 1259, 1273, Γ 613, Δ 709, 639, Ζ 1077, Γ 568, Δ 638 κ.ά.
12. Ό.π., Γ628, Δ 639, Δ 704.
13. Ό.π., Γ 628.
14. Ό.π., Β 676.
15. Το Σκουλάντρης ως επώνυμο ανιχνεύεται από το 1564 στα Κύθηρα, έτσι που το πιθανότερο είναι να δημιουργήθηκαν σχέσεις με το Ψαρός του Μυλοποτάμου στην πορεία του χρόνου. Το 1564 ένας Γεώργης Σκουλάντρης έχει χωράφια στην περιοχή Γωνία των Μητάτων· βλ. Εμμ. Κασιμάτης, σελ. 327, 329, 186, 365, 564. Βλ. και επώνυμο Σκουλάντρης.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Τα κείμενα για τα επώνυμα και τοπωνύμια, τα οποία δημοσιεύονται εδώ, είναι τα ίδια με όσα έχουν δημοσιευθεί στα αντίστοιχα βιβλία μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ, ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ και ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ, τα οποία έχουν εκδοθεί από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (κυκλοφορούν και στα αγγλικά από: Kytherian Association of Australia, Kyhterian World Heritage Fund και Kytherian Publishing and Media). Από τις αναδημοσιεύσεις εδώ απουσιάζουν συνήθως οι βιβλιογραφικές και λοιπές σημειώσεις, είναι δε ευνόητον ότι για να αποκτήσει ο αναγνώστης πλήρη εικόνα για κάθε επώνυμο ή τοπωνύμιο είναι απαραίτητο να διαβάσει και τις εκτενείς αναφορές στα εισαγωγικά σημειώματα των παραπάνω βιβλίων, καθώς, χωρίς αυτά, οι γνώσεις του για το θέμα θα παραμένουν ελλιπείς.
Οι εκδόσεις στα Ελληνικά διατίθενται από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (βλ. στοιχεία στο σχετικό link σε αυτόν εδώ τον ιστότοπο) και στα Κυθηραϊκά βιβλιοπωλεία.