Το ιστορικό, αλλά χαμένο σήμερα, επώνυμο Ευδαιμονογιάννης [1]
του Ε.Π. Καλλίγερου
Ένα από τα επώνυμα που διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην κυθηραϊκή ιστορία και το οποίο παύει να αναφέρεται στα Κύθηρα μετά το 17ο αι.
Το επώνυμο εμφανίζεται με τις μορφές Ευδαιμονογιάννης, Δαιμονογιάννης και Μονογιάννης και η ετυμολογία του εξαρτάται από τη συγκεκριμένη μορφή. Η παλαιότερη πάντως μορφή του επωνύμου, όπως αναφέρεται στις πηγές, είναι Ευδαιμονογιάννης και ήταν παλαιότατη οικογένεια της Μονεμβασίας, βυζαντινής καταγωγής. Αναφέρεται ότι οι Ευδαιμονογιάννηδες ανέλαβαν τις τύχες των Κυθήρων μετά τον πρώτο από τη Μονεμβασία άρχοντα του νησιού, Γεώργιο Παχύ, μεταξύ 1180 και 1190.[1] Το 1238, αρκετά χρόνια μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης στους Φράγκους, ο Νικ. Ευδαιμονογιάννης, ο οποίος έχει ήδη σημαντική περιουσία στην Κρήτη, παντρεύει την κόρη του με τον ενετό ευγενή Μάρκο Βενιέρη, στον οποίο παραχωρεί ως προίκα τα Κύθηρα.[2] Είχε διαβλέψει τις δυσκολίες να διατηρήσει μια κτήση όπως τα Κύθηρα και θεώρησε ότι η επάνοδος σ’ αυτά του οίκου των Βενιέρ, που είχαν καταλάβει το νησί το 1238, ήταν η καλύτερη λύση.
Η οικογένεια Ευδαιμονογιάννη συνεχίζει την παρουσία της στην Κρήτη, όπως προκύπτει από έγγραφα του 14ου αι. και μετά. Ενδεικτικά αναφέρονται: σε συμβόλαιο της 21 Νοεμβρίου 1338 αναφέρεται ο Sevastus Dhemonoiani[3] και το 1339 ο Costas Dhemonoiani,[4] πιθανότατα ο ίδιος με τον Costa Sevasto, που αναφέρεται το 1367[5]· το 1418 Anthonius Demonoiani,[6] ενώ στην απογραφή του Trivan (1644) η οικογένεια Eudemonogiani αναφέρεται στους ευγενείς των Χανίων ως casa nova.[7]
Η οικογένεια όμως εξακολουθεί όλα αυτά τα χρόνια να βρίσκεται και στα Κύθηρα. Το 14ο αι. ο παπά Μανόλης Ευδαιμονογιάννης αναφέρεται στη μονή Οσίου Θεοδώρου.[8] Το 1511 ένας Μανώλης Ευδαιμονογιάννης του Παύλου επικηρύσσεται από τις ενετικές αρχές, καθώς θεωρείται ότι συμμετέχει, σε συνεργασία με άλλους, στη ληστεία και τη δολοφονία του Toloito Stratico (Θεολόγου Στρατηγού).[9]
Λίγα χρόνια αργότερα αναφέρεται σε συμβόλαια στα Κύθηρα ένας Μανώλης Ευδαιμονογιάννης (ο ίδιος;), του οποίου η χήρα, Κατερίνα, είναι κάτοικος Βενετίας το 1565. Αυτήν κάνει πληρεξούσιο για υποθέσεις της η «κερά Ανδρηάνα γηνί ποταί μυσέρ Καβάκι Μαμουνά».[10] Ακόμη, σε άλλα συμβόλαια αναφέρονται, η Μαρία Καψάνη, θυγατέρα του ποτέ Μανόλη Δαιμονογιάννη, και ο Θεόδωρος Ευδαιμονογιάννης. Από άλλο συμβόλαιο της εποχής προκύπτει ότι ο Ιωάννης Ευδαιμονογιάννης έχει χωράφι στις Μαγγουνάδες (στο δεστρέτο του Αγίου Δημητρίου) και ο Ιωάννης Ευδαιμονογιάννης Κοντός είναι μάρτυρας σε συμβόλαια το 1563.[11] Σημειώνεται ότι το επώνυμο Κοντός, το οποίο προέρχεται από παρωνύμιο, όπως στην περίπτωση αυτή, είναι συνηθισμένο στα Κύθηρα μέχρι το 18ο αι.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι μια άλλη πληροφορία, που αναφέρει ότι οι ηγούμενοι της μονής Αγκαράθου στην Κρήτη, που ιδρύεται το 16ο αι., είναι την εποχή αυτή όλοι Κυθήριοι και ανήκουν στην οικογένεια Ευδαιμονογιάννη. Από αυτούς αναφέρονται οι Γερμανός (+1575), Γρηγόριος (1559-1576) και Αρσένιος (1571).[12] Δυστυχώς δεν είναι γνωστή η παλαιότερη πηγή της αναφοράς αυτής, που έχει ιδιαίτερη σημασία για τα Κύθηρα, λόγω της μεταφοράς της εικόνας της Παναγίας της Αγκαράθου στα Κύθηρα, μετά την τουρκική κατάκτηση στην Κρήτη (1669).
Κατά το 17ο αι. το επώνυμο αναφέρεται σε νοταριακά έγγραφα της εποχής μεταξύ των ετών 1605-1661.[13] Το 1665 ένας Νικ. Ευδαιμονογιάννης-Τραχανιώτης αναφέρεται σε ληξιαρχικό έγγραφο στη Βενετία,[14] χωρίς να είναι γνωστή η καταγωγή του. Αργότερα το επώνυμο εκλείπει τελείως από τα Κύθηρα και παύει να αναφέρεται στις πηγές.
Σημειώσεις
1. Για την οικογένεια Ευδαιμονογιάννη και το ρόλο της στην κυθηραϊκή ιστορία, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, βλ. Βενετική παρουσία, σελ. 205-217.
2. Ό.π., σελ. ΙΓ 5.
3. Franciscus de Cruce, σελ. 32.
4. Ό.π., σελ. 259.
5. Régestes, σελ. 120.
6. Documents, σελ. 93.
7. Η παρά τω Trivan απογραφή, σελ. 52.
8. Bενετική παρουσία σελ. ΙΒ 17.
9. Βενετοκρατούμενες ελληνικές χώρες, σελ. 86. Συνεργοί του ήταν ο Μάνος Κρητικός, ο Θεόδωρος Κιγάλας (Σιγάλας;) και ο Δημήτριος Σάμιος του Θεοδώρου. Λίγα χρόνια αργότερα ο Σοφιανός Ευδαιμονογιάννης σκοτώνει στη Μονεμβασία τον Θεόδ. Πασχαλόπουλο, αλλά μένει ατιμώρητος, γιατί ο τελευταίος ήταν επικηρυγμένος. (Ό.π., σελ. 86).
10. Εμμ. Κασιμάτης, σελ. 335. Η οικογένεια Μαμωνά ήταν επίσης από τις ισχυρές οικογένειες της Μονεμβασίας, που ήδη την εποχή αυτή, βρίσκεται στα χέρια των Τούρκων.
11. Ό.π., σελ. 367, 397, 264, 83.
12. Ευάγγ. Λέκκος, Τα μοναστήρια του Eλληνισμού, Aθήνα 1997, Β΄, σελ. 195.
13. ΙΑΚ, Κατάστιχο νοταρίου Τζώρτζη Φατσέα.
14. Ληξιαρχικά βιβλία, σελ. 85.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Τα κείμενα για τα επώνυμα και τοπωνύμια, τα οποία δημοσιεύονται εδώ, είναι τα ίδια με όσα έχουν δημοσιευθεί στα αντίστοιχα βιβλία μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ, ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ και ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ, τα οποία έχουν εκδοθεί από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (κυκλοφορούν και στα αγγλικά από: Kytherian Association of Australia, Kyhterian World Heritage Fund και Kytherian Publishing and Media). Από τις αναδημοσιεύσεις εδώ απουσιάζουν συνήθως οι βιβλιογραφικές και λοιπές σημειώσεις, είναι δε ευνόητον ότι για να αποκτήσει ο αναγνώστης πλήρη εικόνα για κάθε επώνυμο ή τοπωνύμιο είναι απαραίτητο να διαβάσει και τις εκτενείς αναφορές στα εισαγωγικά σημειώματα των παραπάνω βιβλίων, καθώς, χωρίς αυτά, οι γνώσεις του για το θέμα θα παραμένουν ελλιπείς.
Οι εκδόσεις στα Ελληνικά διατίθενται από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (βλ. στοιχεία στο σχετικό link σε αυτόν εδώ τον ιστότοπο) και στα Κυθηραϊκά βιβλιοπωλεία.