Στην απογραφή του πληθυσμού των Κυθήρων κατά το 1788 βρίσκομε στην ενορία του αγίου Ελευθερίου στα Δόκανα εγκατεστημένο το σινιόρ Τζώρτζη Μπελέση του ποτέ σινιόρ Γερώνυμο, 58 ετών, με τη γυναίκα του τη Γιαννού, τους 5 γιους του, Πανάγο, Γερώνυμο, Μανέα, Αντώνιο και Χαράλαμπο και μια κόρη. Αυτή η φαμίλια θα περνούσε εντελώς απαρατήρητη μέσα στις 100άδες της απογραφής, εάν δεν γνωρίζαμε, ότι πρωτοστάτησε στα δραματικά γεγονότα του Ιουλίου 1800 κατά την περίοδο της αναρχίας στα Κύθηρα.
Ως γνωστόν τα επτάνησα μέσα σε 3 χρόνια, 1797-1800, πέρασαν διαδοχικά από τους Βενετούς, στους δημοκρατικούς Γάλλους και κατόπιν στους Ρωσσοτούρκους. Κατά το διάστημα αυτών των συνταρακτικών πολιτειακών αλλαγών, το χάσμα μεταξύ της παλιάς άρχουσας τάξης των προνομιούχων, και του λαού μεγάλωνε επικίνδυνα, μέχρι που το 1800 έγινε αγεφύρωτο και οδήγησε σε μεγάλη κοινωνική αναταραχή. Από το ένα μέρος η άρχουσα τάξη, που έβλεπε να αμφισβητούνται τα παλιά της προνόμια και από το άλλο μέρος ο λαός, που διεκδικούσε μερίδιο στην αυτοδιοίκηση. Εν τω μεταξύ η συμπεριφορά του απεσταλμένου Ρώσου διοικητή στα Κύθηρα, Παρούτσικου και των οργάνων του, εξαγρίωσε περισσότερο το λαό. Στις 15 Ιουλίου του 1800 ο Ρωσικός στόλος από το Ιόνιο πλέοντας για Κων/πολη, πέρασε από τα Κύθηρα και παρέλαβε το Ρώσο Διοικητή με τη Ρωσική φρουρά. Αυτό το κενό εξουσίας εκμεταλλεύτηκε ο λαός για να καταλάβει το Κάστρο. Μετά από μία εβδομάδα άρχοντες και λαός μαζεύτηκαν στο Κάστρο για να συζητήσουν τα προβλήματά τους, όμως η εκρηκτική ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε από τη διαφωνία τους, είχε σαν αποτέλεσμα το σφαγιασμό 4 από την τάξη των αρχόντων. Του ντετορή Εμμανουήλ Στάη, του Τζώρτζη Δουρέντε, του ντετοράτου Ιωάννου Μαχαιριώτη και του Παύλου Δαντώνη. Κατά το χρονικογράφο Γρηγόριο Λογοθέτη, ο Τζώρτζης Μπελέσης «ήταν ο πρώτος της αναρχίας. Είχε αδικηθή από το Στάη και έπνεε εκδίκησιν κατ’ αυτού». Φαίνεται ότι ο Μπελέσης στα Δόκανα κατέστρωσε το σχέδιό του και ήρθε στη Χώρα αποφασισμένος να εκδικηθεί. Μάλιστα καυχιόταν, κατά το χρονικογράφο, ότι έχει 5 κάστρα ανίκητα, υπονοώντας τους 5 γιους του, οι οποίοι απ’ ό, τι φαίνεται έλαβαν ενεργό μέρος στην εξέγερση. Επακολούθησαν λεηλασίες, διαρπαγές και πυρπολήσεις περιουσιών. Μετά από ένα χρόνο αναρχίας, τον Ιούνιο του 1801, υψώθηκε στα Κύθηρα η σημαία της Πολιτείας των 7 Ηνωμένων Νήσων, που ήταν ένα παράξενο μόρφωμα, ένα ημιαυτόνομο κράτος υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου, με εγγυήτρια δύναμη τη Ρωσία. Φαίνεται ότι για ένα διάστημα από τα φονικά μέχρι το Δεκέμβριο του 1802, ο Μπελέσης και οι άλλοι πρωταίτιοι παρέμεναν ασύλληπτοι στα Κύθηρα, μέχρι που ο νέος Διοικητής των Κυθήρων, Ευστάθιος Μεταξάς, το 1802 «εδιώρισε και έτρεχαν 500 νομάτοι διά να πιάσουν τους φονιάδες, οπού εσκότωσαν τους άρχοντας…» Έτσι συνελήφθη ο Μπελέσης μαζί με άλλους στις 24 Δεκεμβρίου 1802, φυλακίστηκε στα Κύθηρα, υπεβλήθη σε βασανιστήρια και του δημεύσανε ένα μέρος της περιουσίας του.
Στις 2 Μαϊου 1804 ο Μπελέσης, συνοδευόμενος από «αυθεντικούς στρατιώτες» με άδεια του Διοικητή «Πρύτανη» των Κυθήρων εμφανίζεται στο Δημόσιο Νοτάριο, Δράκο Μορίζο, και υπαγορεύει τη διαθήκη του, διότι σε λίγες μέρες πρόκειται να τον μπαρκάρουν για την Κέρκυρα, να απολογηθεί στη Γερουσία, στο «εξοχώτατον Σενάτο τον Κορηφόν δια ταις απερασμέναις άτοπαις αταξήαις, οπού ακολούθησαν…» Και κατά πρώτον αφήνει τη γυναίκα του, τη Γιαννού «..κυρά, νηκοκηρά και ουζουφρουτουάρηα εις όλην του την ουσίαν..» να κάθεται στα σπίτια του με το μικρότερο γιο του Χαραλάμπη και την κόρη του Μαρία. Οι 3 γιοί του, Πανάγος, Μανέας και Αντώνης, οι οποίοι φαίνεται συμμετείχαν στα γεγονότα του Κάστρου, είναι έξω από το νησί κρατούμενοι «..παντήδοι δια τα απερασμένα σημβεβηκότα με απόφασιν του Γοβέρνου..» Η ίδια Αρχή τους αφήρεσε το νόμιμο μερίδιο από την πατρική περιουσία τους και το δήμευσε. Ο άλλος γιος, ο Γερώνυμος, κατά τα γραφόμενα στη διαθήκη, ήταν επίσης μπλεγμένος στην υπόθεση, εδιώχθη και πέθανε στην Κων/πολη. Ο τελευταίος γιος, ο Χαράλαμπος, ορίζει ο διαθέτης, να λάβει το μερίδιό του και όση περιουσία έμεινε ελεύθερη, να γίνει 5 μερτικά, στα δύο παιδία του αποθανόντος Γερώνυμου και στους 3 κρατούμενους γιους, αν τυχόν η Γερουσία του Ιονίου Κράτους «..δι’ ευσπλαχνίαν τους σηνχορήση να έλθουν εις την πατρήδα τους..» Στη συνέχεια ο διαθέτης αφήνει παραγγελία στη γυναίκα του, να εκπληρώσει το τάμα του στα Μυρτίδια, στην Αγία Μόνη και στον Άγιο Ελευθέριο στα Δόκανα. Κατόπιν αφού τακτοποιεί τις οφειλές του, διορίζει τη γυναίκα του, όταν μάθει ότι πέθανε στον ξένον τόπον, να του κάμει τα μνημόσυνά του «κατά την τάξιν των χριστιανών» και να πληρώσει ιερείς να του επιτελέσουν 15 σαρανταλείτουργα. Τέλος παρακαλεί «τον εξοχώτατον και εκλαμπρότατον αφέντη κόνσολον Εμμανουήλ Καλούτση» να δεχθεί να είναι κομησάριός του και να φροντίζει τη γυναίκα του και τους κληρονόμους του «..τους οποίους να αγαπά και να βοηθή εις κάθε τος χρήαν, καθός έκαμναι και με τον αυτόν τεσταδόρον..»
Ύστερα από 5 ημέρες, στις 7 Μαϊου 1804, κατά το χρονικό του Λογοθέτη «εμπαρκάρανε με καράβι Μοσκόβικο τους δύο κατάδικους, τον Πέτρο Μασέλο και τον Τζώρτζη Μπελέση, οπού ήτον δέσμιοι διά τα άτοπα φονικά και είναι εις μεγάλα δεσμά…» Δεν γνωρίζομε πού, πότε και πώς πέθανε ο Τζώρτζης Μπελέσης, ο οποίος το 1804 είχε υπερβεί τα 70 χρόνια. Πάντως στην απογραφή του 1814 εντοπίζομε στα Δόκανα την κατά 20 χρόνια νεότερη γυναίκα του, χήρα, με το γιό τους Χαράλαμπο. Από τους 3 κρατούμενους γιους δεν εμφανίζεται ουδείς στην απογραφή, παρά μόνον η οικογένεια του Πανάγου και τα ορφανά του Γερώνυμου. Δεν γνωρίζομε περαιτέρω την τύχη των 3 κρατούμενων.
Αξίζει να αναφέρομε για την ιστορία, ότι στις απογραφές και τα ληξιαρχικά βιβλία του 18ου αι. η οικογένεια του Μπελέση φαίνεται εγκατεστημένη στα Δόκανα. Το Τζώρτζη τον εντοπίζομε στο διάστημα 1768-1773 να ζει με τα αδέλφια του, ανύπανδρος, με 3 φυσικά τέκνα , τον Πανάγο το Γερώνυμο και την Ειρήνη. Φαίνεται ότι απολάμβανε την τιμητική προσφώνηση σινιόρ, domino, ή αφέντης κι αυτός και τα αδέλφια του και ο πατέρας τους, ο Γερώνυμος. Το 1773 παντρεύεται τη Γιαννού, με την οποία απέκτησε τα υπόλοιπα τέκνα του. Ένα από τα αδέλφια του Τζώρτζη, ο Δημήτριος, το 1773 απέκτησε γιο οψίγονο, δηλ. λίγο μετά το θάνατό του, και πήρε το όνομα του πατέρα του, Δημητράκης. Αυτό το ορφανό φαίνεται ότι το είχε υπό την προστασία του ο ανύπανδρος θείος του Εμμανουήλ, αδελφός του Τζώρτζη. Όλα δείχνουν ότι αυτός ο Δημητράκης, ο ανιψιός του Τζώρτζη, είναι ο αναφερόμενος στα χρονικά του Λογοθέτη: «7 Μαϊου 1804 …επιάστη και ο Δημητράκης Μπελέσης εις την Κωσταντινούπολιν και τον επήγαν εις τους Κορφούς δέσμιον» «21 Ιουνίου 1805. Εις την Ζάκυνθον εμοσκετάρανε τον Δημητράκη Μπελέση πίστομον, ο οποίος ήτον δέσμιος διά τους φόνους της αναρχίας»
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Εμοσκετάρανε= τουφεκίσανε
Ουζουφρουτουάρια= η έχουσα την επικαρπία
Πίστομος= μπρούμυτος
Τεσταδόρος= διαθέτης
ΠΗΓΕΣ Νοτάριος: Δράκος Μορίζος, λυτή διαθήκη 2-5-1804. Σπύρου Στάθη: Κυθηραϊκή Επιθεώρησις 1923. Χρονικά Ιερομονάχου Γρηγορίου Λογοθέτη. Απογραφές του πληθυσμού των Κυθήρων 18ου και 19ου αι. Ληξιαρχικά βιβλία ενορίας αγίου Ελευθερίου στα Δόκανα. Παναγιώτη Τσιτσίλια: Η ιστορία των Κυθήρων, τόμος Β΄.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη έκδοση Φ.277 – Φεβρουάριος 2013