ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ|Ρυθμιστική απόφαση θήρας 2024
Ένα βήμα πιο κοντά στην Ευρώπη ή άλλο ένα χτύπημα σε ένα διεθνώς απειλούμενο είδος;
Με κατεπείγουσα επιστολή της προς τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κο Θεόδωρο Σκυλακάκη, λίγες ημέρες πριν την έκδοση της ετήσιας ρυθμιστικής απόφασης θήρας, η Ελληνική ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ Εταιρεία καλεί το ΥΠΕΝ να προστατεύσει ουσιαστικά το Τρυγόνι, βάζοντας την Ελλάδα στην ομάδα χωρών της ΕΕ που έχουν ήδη προχωρήσει σε προσωρινή παύση της θήρας του.
Το Τρυγόνι είναι ένα είδος το οποίο έχει χαρακτηριστεί παγκοσμίως απειλούμενο από τη Διεθνή Ένωση Προστασίας της Φύσης (IUCN) με καθοδική τάση πληθυσμών στον ανατολικό διάδρομο. Παρόμοια κατάσταση επικρατούσε μέχρι πρόσφατα και στον δυτικό διάδρομο, ωστόσο μετά από μόλις τρία έτη παύσης της θήρας, σε χώρες όπως η Ισπανία και η Γαλλία καταγράφηκε αύξηση του πληθυσμού κατά 400.000 ζευγάρια και, πλέον, η τάση του δυτικού πληθυσμού θεωρείται σταθερή.
Αντιθέτως, η Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί «μαύρη τρύπα» για το είδος, όχι μόνο λόγω της αδράνειας της Πολιτείας στην καταπολέμηση της ανεξέλεγκτης παράνομης εαρινής λαθροθηρίας στα Ιόνια νησιά (μόλις πέρυσι ξεκίνησαν να γίνονται τα πρώτα βήματα στη Ζάκυνθο, από την τοπική Διεύθυνση Δασών, για την ουσιαστική αντιμετώπιση του φαινόμενου), αλλά και επειδή -μέχρι στιγμής- έχει επιλέξει να κωφεύει στις ισχυρές συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για προσωρινή παύση της νόμιμης θήρας.
Πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει ήδη σε ιστοσελίδες κυνηγετικού ενδιαφέροντος αναφέρουν ότι το ΥΠΕΝ έχει διαβεβαιώσει τις Κυνηγητικές Ομοσπονδίες πως το κυνήγι για το Τρυγόνι θα συνεχιστεί και κατά τη φετινή κυνηγετική περίοδο με μείωση της συνολικής κάρπωσης από 120.000 σε 35.000 άτομα. Η είδηση έχει τύχει θερμής υποδοχής από την κυνηγετική κοινότητα, γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά για το κατά πόσον τελικά η μείωση της κάρπωσης είναι μόνο στα χαρτιά και σημασία έχει αποκλειστικά η συνέχιση της θήρας, ενώ εγείρει υποψίες ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό κυνηγών ακολουθεί τους περιορισμούς που έχουν επιβληθεί.
Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι η πρόταση της ίδιας της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας (ΚΣΕ) ήταν να μειωθεί η συνολική κάρπωση κατά περίπου 70%, καταδεικνύει την τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκεται το είδος, κάτι που ούτε οι υπέρμαχοι της συνέχισης της θήρας του μπορούν να αγνοήσουν πλέον.
Ωστόσο, παραμένει θλιβερό το γεγονός ότι οι κυνηγοί επιλέγουν να θυσιάσουν -στον βωμό μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων- ένα είδος που είναι εμβληματικό για εκείνους, αντί να επιλέξουν να το προστατεύσουν ουσιαστικά. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως, ήδη από πέρυσι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δηλώσει ότι ακόμα και μια μείωση της κάρπωσης της τάξης του 90% είναι αμφίβολο αν θα οδηγήσει σε ανάκαμψη του πληθυσμού, τονίζοντας την αναγκαιότητα για προσωρινή παύση της θήρας και στον κεντρο-ανατολικό διάδρομο στον οποίο βρίσκεται και η Ελλάδα.
Είναι σαφές πως δεν υπάρχει περιθώριο να αγνοηθούν και φέτος τα ακλόνητα επιστημονικά δεδομένα και να παραμείνουμε ουραγοί της Ευρώπης, αντί να έρθουμε πιο κοντά σε αυτή. Το Υπουργείο επιβάλλεται να ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων ευρωπαϊκών χωρών, κάνοντας ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση με την τήρηση των συστάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και να μην «κλείσει το μάτι» σε κυνηγετικά συμφέροντα, για μία ακόμη χρονιά.