Εκτάσεις που υπάγονται στη δασική νομοθεσία και η αντίρρηση κατά Δασικού Χάρτη (συνοπτική επισκόπηση)
Παναγιώτης Γαλάνης, Δικηγόρος Περιβαλλοντικού – Πολεοδομικού Δικαίου και Δικαίου της Ενέργειας, Υπ. Δρ. Νομικής ΕΚΠΑ
Το συγκεκριμένο άρθρο έχει διπλή στόχευση: α) να παραθέσει το σύνολο των εκτάσεων που υπάγονται στη δασική νομοθεσία, καθώς και β) να εξετάσει το νομικό μέσο που διαθέτει ο ιδιοκτήτης για να προστατευτεί από τυχόν λάθος υπαγωγή στον Δασικό Χάρτη.
Εκτάσεις υπαγόμενες στη δασική νομοθεσία
Στο ισχύον Σύνταγμα της Ελλάδος, εντοπίζονται διατάξεις που αναφέρονται στη δασική προστασία. Ήδη από το 1975, οπότε και ετέθη σε ισχύ, οι ρυθμίσεις για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις, ήτοι το άρθρο 24 και το άρθρο 117 παρ. 3 και 4 (για τις αναδασωτέες εκτάσεις) αποτέλεσαν αρκετά προοδευτική γραμμή για την εποχή τους, εν συγκρίσει και με άλλα ευρωπαϊκά συντάγματα.
Ο ορισμός του δάσους και της δασικής έκτασης περιεχόταν αρχικά στον νόμο (άρθρο 3 Ν. 998/1979) και ήταν τεχνικός.
Μία σωρεία εκτάσεων υπάγεται στη δασική νομοθεσία:
-
-
Στον νόμο που εκδόθηκε κατά τη συνταγματική επιταγή, όπως πρωτοδιατυπώθηκε, ως δάσος θεωρούνταν η «έκταση αναγκαίας εδαφικής επιφάνειας που καλύπτεται από ξυλώδη φυτά που τελούν λόγω απόστασης και αλληλεπίδρασης σε οργανική ενότητα και που μπορεί να προσφέρει δασοπονικά προϊόντα ή να συμβάλει στη διατήρηση της ισορροπίας», ενώ η δασική έκταση απλώς διαφέρει ως προς το ποσοστό της κάλυψης, αφού απαιτείται «αραιή ή πενιχρή βλάστηση».
-
Στα δάση και δασικές εκτάσεις υπάγονται και οι ασκεπείς εκτάσεις που βρίσκονται μέσα τους, χορτολιβαδικές ή μη, οι βραχώδεις εξάρσεις και εν γένει οι ακάλυπτοι χώροι, όπως και οι υπεράνω δασών/δασικών εκτάσεων ασκεπείς κορυφές ή αλπικές ζώνες των βουνών και οι άβατες πλαγιές τους.
-
Επίσης υπάγονται και τα πάρκα και άλση σε οικιστικές περιοχές, εφόσον καλύπτονται από βλάστηση, φυσική ή τεχνητή και οι οπουδήποτε δημιουργούμενες δενδροστοιχίες ή δασικές φυτείες.
-
Στις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγονται και οι κηρυγμένες δασωτέες ή αναδασωτέες εκτάσεις.
-
Δεν υπάγονται οπωσδήποτε στις διατάξεις του Ν. 998/1979 (άρθρ. 3 παρ. 6):
α) Οι ανέκαθεν γεωργικώς καλλιεργούμενες εκτάσεις.
β) Οι εκτάσεις που έχουν τη μορφή της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 5 του παρόντος, που στη λήψη Α/Φ έτους 1945 ή, εφόσον αυτές δεν είναι ευκρινείς, του 1960, εμφάνιζαν αγροτική μορφή
γ) Οι τεχνητές δασικές φυτείες που δημιουργούνται από τους ιδιοκτήτες τους, ως και οι από αυτούς φυτεύσεις δένδρων, επί εκτάσεων που έχουν τη μορφή των ανωτέρω περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 5 ή των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρούσας παραγράφου 6, είτε σε εφαρμογή εθνικών ή κοινοτικών προγραμμάτων είτε όχι, με σκοπό την παραγωγή και εμπορία δασικών προϊόντων ή την αναβάθμιση της αισθητικής του τοπίου
δ) Οι αλυκές
ε) Αμμώδεις εκτάσεις της παραλιακής ζώνης, που δεν καταλαμβάνονται από δασική βλάστηση και δεν υπάγονται στην κατηγορία των εκτάσεων των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 5 του παρόντος
στ) Τα πεδινά ρέματα που δεν φέρουν δασική βλάστηση
ζ) Οι περιοχές για τις οποίες υφίστανται εγκεκριμένα σχέδια πόλεως ή καταλαμβάνονται υπό οικισμών, τα όρια των οποίων έχουν εγκριθεί με πράξεις της Διοίκησης, σύμφωνα με τις διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων 21.11/1.12.1979, 2.3/13.3.1981 ή 24.4/3.5.1985 κλπ.
Η σημαντικότερη συνέπεια της υπαγωγής στη δασική νομοθεσία
Ο κανόνας που θέτει το Σύνταγμα (από το 2001) είναι πως απαγορεύεται πλέον γενικώς η μεταβολή του προορισμού των δασών και δασικών εκτάσεων δημόσιων και ιδιωτικών (απόλυτη προστασία) με μοναδική εξαίρεση την περίπτωση όπου η μεταβολή επιβάλλεται από το δημόσιο συμφέρον, με την έννοια ότι η εκμετάλλευσή τους είναι ουσιώδης για την εθνική οικονομία.
Κατ’ εξαίρεση, καθίστανται επιτρεπόμενες τυχόν οι επεμβάσεις στον βαθμό που δεν υπερβαίνουν το μέτρο εκείνο πέραν του οποίου θίγεται ανεπανόρθωτα η δασική μορφή μιας έκτασης και άρα αναιρείται η συνταγματική της προστασία. Η εξαίρεση αυτή ερμηνεύτηκε στενά, αλλά άρχισε να διαστέλλεται υπό την επίδραση και της οικονομικής κρίσης.
Δασικοί Χάρτες και αντιρρήσεις
Οι Δασικοί Χάρτες, η περιβόητη αυτή «ιστορία» που διατηρείται έντονη στον δημόσιο διάλογο τελευταία, ακριβώς λόγω της εμπλοκής πολλών επιστημονικών τομέων στην κατάρτισή τους και στην εξέταση των αντιρρήσεων.
Όμως, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η διαδικασία αυτή έχει και ένα σημαντικό νομικό σκέλος, που απαιτεί την αρωγή εξειδικευμένου δικηγόρου για την επιτυχή της έκβαση. Ο εξειδικευμένος δικηγόρος που συμβουλεύει και καθοδηγεί τον εντολέα του καθόλη τη διάρκειά της.
Κατά του περιεχομένου του δασικού χάρτη που αναρτήθηκε επιτρέπεται η υποβολή αντιρρήσεων μέσα σε αποκλειστική προθεσμία εκατόν πέντε (105) ημερών από την ημερομηνία που ορίζεται στην πρόκληση υποβολής αντιρρήσεων.
Με τις αντιρρήσεις προβάλλονται λόγοι που αφορούν αποκλειστικά και μόνο στην αμφισβήτηση του χαρακτήρα ή της μορφής των εμφανιζόμενων στο δασικό χάρτη εκτάσεων, της ορθής απεικόνισης, εφαρμογής και ισχύος των πράξεων της Διοίκησης και της σύννομης αλλαγής χρήσης αυτών.
Οι αντιρρήσεις υποβάλλονται σε ηλεκτρονική φόρμα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην πρόσκληση υποβολής αντιρρήσεων, στον σχετικό ειδικό δικτυακό τόπο ανάρτησης δασικών χαρτών και υποβολής αντιρρήσεων. Με την ολοκλήρωση της ηλεκτρονικής κατάθεσης, χορηγείται αριθμός πρωτοκόλλου.
Ρόλος του δικηγόρου ως συμβούλου του εντολέα του στις διαδικασίες των Δασικών Χαρτών
Ο δικηγόρος αποτελεί αναγκαίο πυλώνα της όλης διαδικασίας «άμυνας» εναντίον του Δασικού Χάρτη. Έτσι, βασικώς, καλείται να επεξηγήσει τις έννοιες στον υποψήφιο πελάτη, την επίλυση ζητημάτων που αφορούν τη δασική ιδιοκτησία, τα τυχόν θέματα ιδιοκτησίας, τη συμβουλή των μηχανικών και δασολόγων καθόλη την πορεία της διαδικασίας, καθώς και την κίνηση δικαστικών διαδικασιών επί περιπτώσεων αμφισβητήσεων ή αδράνειας της Διοίκησης.