Το υψηλό ενεργειακό κόστος αποτελεί κεντρικό θέμα της συζήτησης στα ενεργειακά πράγματα την τελευταία δεκαετία και δε θα μπορούσε να απουσιάζει από το διάλογο που άνοιξε το υπουργείο ενέργειας για το ενεργειακό μείγμα της χώρας.
Στην ημερίδα ωστόσο που εγκαινίασε τη δημόσια διαβούλευση με τους θεσμικούς φορείς της αγοράς ενέργειας, το ΥΠΕΝ παρουσίασε ορισμένα εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία που δείχνουν ότι πράγματι το ενεργειακό κόστος παραμένει υψηλό, υποσκάπτοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και δοκιμάζοντας τα νοικοκυριά που ήδη πλήττονται από την κρίση και την υπερφορολόγηση.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν από το ΥΠΕΝ:
1. Το ενεργειακό κόστος, τόσο στον ηλεκτρισμό όσο και στο φυσικό αέριο, μπορεί να εμφανίζεται κοντά στο μέσο όρο της Ευρώπης σε ονομαστικές τιμές, ωστόσο είναι 10% υψηλότερο (ηλεκτρισμός) σε σχέση με την ΕΕ εάν συγκριθεί με την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών
2. Στη χώρα μας ιδιαίτερα μεγάλο μερίδιο νοικοκυριών εμφανίζει δυσκολία εξασφάλισης κατάλληλων συνθηκών θερμικής άνεσης (29% όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 9%)
3. Οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις (τέλη, χρεώσεις κλπ) έχουν υψηλότερο μερίδιο στην Ελλάδα από ό,τι στην Ευρώπη (41% έναντι 37%)
Στις επισημάνσεις δε του υπουργείου δε γίνεται καμία αναφορά στο σκέλος της υψηλής φορολογίας, η οποία πλήττει κυρίως την αγορά καυσίμων.
Στο διάλογο πάντως που άνοιξε για το αύριο της ενεργειακής αγοράς, για πρώτη φορά το ενεργειακό κόστος και η παροχή ενεργειακών προϊόντων και υπηρεσιών σε προσιτό, ανταγωνιστικό και ελεγχόμενο κόστος, αποτελεί βασικό πυλώνα και στόχο.
Μάλιστα το ΥΠΕΝ, στην πρότασή του προς τους φορείς της αγοράς θεωρεί ότι ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μέσα από έξι άξονες προτεραιοτήτων:
1. Ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά προμήθειας
2. Ανάπτυξη των έξυπνων μετρητών
3. Οικονομική βελτιστοποίηση του ρυθμιζόμενου κόστους των τιμολογίων
4. Στοχευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία και παρεμβάσεις ενίσχυσης
5. Διευρυμένα σχήματα αυτοπαραγωγών με τη συμμετοχή ενεργειακών κοινοτήτων
6. Υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών στον τομέα των μεταφορών και ενίσχυση του μεριδίου των μέσων μαζικής μεταφοράς στις επιβατικές και εμπορικές μετακινήσεις