Μία διαχρονικά μεγάλη χαμένη ευκαιρία αποτελεί για τη χώρα μας η εξαγωγή ποσοτήτων ελαιολάδου που παράγει, σε χύδην μορφή. Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία που έχει το Capital.gr και προέρχονται από τον Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεων Ελαιολάδου (ΣΕΒΙΤΕΛ), βάσει των οποίων από τους συνολικά 280.000 τόνους που παράγονται στην Ελλάδα, περί τους 120.000 τόνους εξάγονται σε χύδην μορφή σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία, που με τη σειρά τους τυποποιούν ένα μεγάλο μέρος και επανεξάγουν το δικό μας προϊόν ως επώνυμο.
Σημειώνεται ότι εκτός από τις εξαγωγές χύδην ποσοτήτων, επιπλέον 52.000 τόνοι αντιστοιχούν σε τυποποιημένο επώνυμο προϊόν. Επίσης, από τη συνολική ελληνική παραγωγή περίπου 60.000 τόνοι προορίζονται προς αυτοκατανάλωση από τους παραγωγούς, έως 50.000 τόνοι για εγχώρια κατανάλωση.
Το παράδειγμα της Αυστραλίας
Στην τρίτη θέση των εξαγωγέων προς Αυστραλία η Ελλάδα
Το ελληνικό ελαιόλαδο διατηρεί την τρίτη θέση στην κατάταξη των χωρών – εξαγωγέων προς την Αυστραλία, όπου στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ισπανία και στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Ιταλία. Η χώρα μας διατηρεί σταθερές ποσότητες εξαγωγών ελαιολάδου στην Αυστραλία, περίπου στους 1.400 τόνους ανά έτος. Ταυτόχρονα, ένα ακόμα προϊόν που θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για την Ελλάδα, είναι το παρθένο ελαιόλαδο, όπου η χώρα μας διατηρεί μερίδιο που ανέρχεται στο 6% σε ετήσια βάση, ενώ οι μεγαλύτερες ελληνικές εξαγωγές ελαιολάδου εμπίπτουν στη συγκεκριμένη κατηγορία. Ενδεικτικό της προοπτικής που παρουσιάζει η συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντος, αποτελεί το γεγονός ότι το 2008 το μερίδιο του παρθένου ελαιολάδου στην αυστραλιανή αγορά ήταν μόλις 46% έναντι 61,2% το 2020, διάστημα στο οποίο κατέγραψε αύξηση της τάξεως του 75,5%.
Οι κυριότεροι προμηθευτές της Αυστραλίας με ελαιόλαδο
Στους κυριότερους προμηθευτές ελαιολάδου της Αυστραλίας κατά το 2020 κυριάρχησε η Ισπανία με 29,1 χιλ. τόνους και μερίδιο 79,7% επί του συνόλου, η Ιταλία με 4,1 χιλ. τόνους και μερίδιο 11,2%, η Ελλάδα με 1,4 χιλ. τόνους και μερίδιο 4%, η Τουρκία με 557 τόνους και μερίδιο 1,5% και ο Λίβανος με 516 τόνους και μερίδιο 1,4%.
Επισημαίνουμε ταυτόχρονα ότι το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, ένα προϊόν στο οποίο διακρίνεται από πλευράς ποιότητας και πληθώρας ετικετών η Ελλάδα, αυξάνει διαρκώς το μερίδιο πωλήσεών του στην αυστραλιανή αγορά. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι πωλήσεις εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου αντιστοιχούσαν το 2017 στο 63% των συνολικών πωλήσεων και το 2019 το ποσοστό αυτό έφτασε το 65%, κινούμενο διαρκώς αυξανόμενο. Θα μπορούσε επίσης το έξτρα παρθένο να αποτελέσει μία δίοδο ευκαιρίας για την Ελλάδα, καθώς εκτός των άλλων παρουσιάζει και μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους σε σχέση με το παρθένο ελαιόλαδο.
Η εικόνα του να μην τοποθετείται με επώνυμα προϊόντα στο ελαιόλαδο η Ελλάδα είναι αρκετά συνηθισμένη από πλευράς ελληνικής παραγωγής. Ωστόσο η εν λόγω ήπειρος με βάση τις εκτιμήσεις στο διάστημα έως και 2024 αναμένεται ότι θα αυξήσει περισσότερο την κατανάλωση ελαιολάδου, τόσο σε επίπεδο πωλήσεων σε αξία, όσο και σε σύγκριση με άλλα βρώσιμα έλαια (π.χ. φυτικά έλαια όπως κραμβέλαιο, σογέλαιο κλπ.) που κυκλοφορούν στη συγκεκριμένη αγορά. Πιο συγκεκριμένα από 340 εκατ. δολάρια Αυστραλίας που ήταν οι πωλήσεις στο ελαιόλαδο το 2020, αναμένεται το 2024 να φτάσουν στα 401 εκατ. δολάρια. Με βάση στοιχεία του Australian Olive Association, που αποτελεί το επίσημο όργανο εκπροσώπησης των παραγωγών βρώσιμων ελαίων και ελαιολάδου στην Αυστραλία, η εν λόγω ήπειρος αποτελεί τον 7ο μεγαλύτερο εισαγωγέα ελαιολάδου παγκοσμίως.
Στο χρονικό διάστημα από 2014 έως και 2020, οι εισαγωγές ελαιολάδου της Αυστραλίας κυμάνθηκαν από 22,8 έως και 36,6 χιλ. τόνους ετησίως. Κατά το 2020 οι εισαγωγές της ανήλθαν στους 36.558 τόνους, ποσότητα η οποία αντιστοιχεί στο 3,2% των παγκόσμιων εισαγωγών για την προηγούμενη χρονιά.