Advertisement

Η πόλη που τύπωσε το δικό της ξύλινο χαρτονόμισμα και το κατάστημα που το δέχεται μέχρι και σήμερα

Η μικρή περιοχή με το μεγάλο μυαλό

510

Η παγκόσμια οικονομική ύφεση του 1929 έμελλε να είναι η πιο βαθιά, εκτεταμένη και μακρόβια κρίση που γνώρισε ο 20ός αιώνας, προκαλώντας τριγμούς στο μεγαλύτερο κομμάτι της υφηλίου ως και το 1941.

Κι αν πλέον οι οικονομολόγοι τη χρησιμοποιούν ως ζοφερή υπόμνηση για το πόσο εύκολα μπορεί να καταποντιστεί το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στα χρόνια της ήταν μια τραγική πραγματικότητα που έμοιαζε αναπόδραστη για τους λαούς και τις κυβερνήσεις τους.

Advertisement

Όπως θυμόμαστε, όλα ξεκίνησαν εκείνη την αποφράδα Μαύρη Τρίτη στις ΗΠΑ, όταν κατέρρευσε το χρηματιστήριο (29 Οκτωβρίου 1929), συμπαρασύροντας τα πάντα στο κραυγαλέο κραχ του.

Δύο χρόνια αργότερα, μια μικρή κωμόπολη της πολιτείας Ουάσιγκτον συνέχιζε να υφίσταται τους κλυδωνισμούς της Μεγάλης Ύφεσης, όπως και κάθε άλλη γωνιά του κόσμου δηλαδή, μόνο που εκεί τα πράγματα είχαν γίνει αρκούντως πιεστικά. Και σαν να μην έφταναν όλες οι άλλες αναποδιές, εκείνον τον Δεκέμβριο του 1931, στις 5 του μηνός, έκλεισε και η μοναδική τράπεζα του Τενίνο, αφήνοντας τους πολίτες χωρίς χρήμα. Όχι ότι είχε βέβαια χρήμα η Τράπεζα των Πολιτών του Τενίνο, καθώς είχε στερέψει από μετρητό εδώ και καιρό, η παρουσία της έδινε πάντως μια κάποια ασφάλεια στην ευάλωτη καθημερινότητα.

Δεν ήταν κι αυτή παρά μία μόνο από τις χίλιες και πλέον τράπεζες που έκλεισαν στις ΗΠΑ στο τελευταίο τέταρτο του 1931, όσο η κρίση βάθαινε και γινόταν ολοένα και πιο οδυνηρή για τον κόσμο. Μια πόλη όμως χωρίς καμία τράπεζα ανοιχτή προκαλούσε όσο να πεις κι άλλους τριγμούς στο κοινωνικό οικοδόμημα.

Μέσα σε λίγους μήνες όμως όλοι θα γνώριζαν στις ΗΠΑ για τη μικρή αυτή πολίχνη της δυτικής Ουάσιγκτον, καθώς το χρηματοπιστωτικό της πείραμα θα γινόταν πρωτοσέλιδο και θα έπαιζε στην καθημερινή ειδησεογραφία. Όταν μάλιστα στις 7 Απριλίου 1932 το «ξύλινο χρήμα» της θα γινόταν αντικείμενο πύρινων διαξιφισμών στη συζήτηση της Γερουσίας για τα μέτρα ανοικοδόμησης της χώρας, το Τενίνο θα έμπαινε για τα καλά στον χάρτη της οικονομικής επιστήμης ως ένα εν εξελίξει πείραμα απόλυτα ιδιωτικής πρωτοβουλίας…

Η μικρή πόλη με το μεγάλο μυαλό

Όσο κοντοζύγωναν οι γιορτές των Χριστουγέννων και οι καταναλωτικές ανάγκες των δημοτών του Τενίνο ήταν να πάρουν τα πάνω τους, όλοι συνειδητοποίησαν πως δεν είχαν μετρητό. Η αγοραστική τους δύναμη, η όποια δύναμη, είχε παγώσει, μιας και χωρίς τράπεζα οι καταθέσεις παρέμεναν εγκλωβισμένες.

Ακόμα και οι μισθοί ή τα μεροκάματα δεν μπορούσαν να πληρωθούν, πόσο μάλλον που η κοντινότερη τράπεζα, στα 25 χιλιόμετρα, ούτε δάνεια χορηγούσε ούτε επιταγές και γραμμάτια εξαργύρωνε. Η εμπορική δραστηριότητα του Τενίνο είχε ουσιαστικά πεθάνει και κάπως έπρεπε να αναγεννηθεί.

Ο εκδότης λοιπόν της τοπικής εφημερίδας «Thurston County Independent», Don Major, πήγε μια ωραία πρωία στο δημοτικό συμβούλιο με ένα πρόβλημα και μια λύση. «Η έλλειψη χρημάτων έχει γίνει οξεία», είπε κοφτά στους συμπολίτες του, προτείνοντάς τους να τυπώσει το Τενίνο το δικό του προσωρινό νόμισμα αποκλειστικά για τις εσωτερικές συναλλαγές, ώστε να αποφορτιστεί η επείγουσα κατάσταση.

Κι αν αρκετές ακόμα πόλεις θα μιμούνταν μετά το πρωτοποριακό παράδειγμα του Τενίνο, ήταν μόνο αυτοί οι πολίτες που θα μετέτρεπαν τις χρηματοπιστωτικές αναποδιές τους στο πιο πετυχημένο διαφημιστικό τρικ! Και όπως μας λέει άρθρο της οικονομικής επιθεώρησης «Quarterly Journal of Economics» της 1ης Φεβρουαρίου 1933, όλη αυτή η δημοσιότητα που απέκτησε το Τενίνο «ισοδυναμεί με αυτό που μεγάλα επιχειρηματικά τραστ και κέντρα αποφάσεων θα είχαν πληρώσει ακριβά για να συμβεί».

Ο Don Major, με τη συγκατάθεση του δημοτικού συμβουλίου, άρχισε να χρησιμοποιεί τα πιεστήρια της εφημερίδας του για να τυπώνει το προσωρινό νόμισμα του Τενίνο, μικρές ξύλινες πλακέτες από τα άφθονα έλατα της περιοχής που λειτουργούσαν ως πλαστικοποίηση του χαρτιού που υπήρχε μεταξύ των δύο κομματιών ξύλου. Ο εκδότης ήξερε καλά αυτή την τεχνική, καθώς έτσι τύπωνε τις ευχετήριες κάρτες της εφημερίδας του που έστελνε στους συνδρομητές του στις γιορτές.

Τα πρώτα ξύλινα χαρτονομίσματα είχαν ονομαστική αξία στα 25 σεντς, σύντομα φάνηκε ωστόσο πως δεν επαρκούσαν για τις απαραίτητες συναλλαγές. Και τώρα οι μηχανές πήραν κυριολεκτικά φωτιά, τυπώνοντας μαζικά ξύλινο χρήμα 50 σεντς και 1 δολαρίου, πριν αρχίσουν να βγαίνουν χαρτονομίσματα 5 και 10 δολαρίων. Ως πρόεδρος της αρμόδιας επιτροπής, ο εκδότης υπέγραφε κάθε χαρτονόμισμα που έβγαινε από το πιεστήριο, πριν το έργο αποδειχθεί δυσανάλογα χρονοβόρο και η υπογραφή του κυκλοφορήσει σε σφραγίδα.

Οι έμποροι του Τενίνο είχαν συμφωνήσει να αποδέχονται τα παράδοξα αυτά τραπεζογραμμάτια στα καταστήματά τους, κάποιος έπρεπε ωστόσο να ελέγχει την όλη διαδικασία για τη διαφάνειά της.

Κι έτσι ορίστηκε μια τριμελής επιτροπή από προβεβλημένους δημότες του Τενίνο: ο εκδότης Don Major, ο οδοντίατρος A.H. Meyer και ο γιατρός F.W. Wickman! Όλοι υπολόγιζαν πως το τραπεζικό σύστημα σύντομα θα ξεπάγωνε τις καταθέσεις τους, κι έτσι η κατάσταση θα εξομαλυνόταν μέσα σε λίγους μήνες, μια πρόβλεψη που αποδείχτηκε ωστόσο αβάσιμα αισιόδοξη.

Όταν άρχισαν όμως τα πρώτα παράπονα από τους εμπόρους, που έδιναν τα λαχταριστά προϊόντα τους και δεν έπαιρναν τίποτα ουσιαστικά ως αντάλλαγμα, τίποτα που να δέχονται οι δικοί τους προμηθευτές τουλάχιστον, θα συνέβαινε κάτι μαγικό που θα έσωζε την παρτίδα…

Ένα χαρτονόμισμα συλλεκτικό από τα γεννοφάσκια του

Ναι, οι συλλέκτες! Βλέπετε μέσα σε λίγους μήνες το παράδειγμα του Τενίνο είχε αποκτήσει ζηλευτή δημοσιότητα εντός ΗΠΑ, αν και όχι μόνο, παίζοντας πια παντού, σε εφημερίδες και ραδιόφωνα. Ακόμα και στη Γερουσία συζητήθηκε το μοντέλο του, ένα πετυχημένο μοντέλο που φαινόταν να λύνει, έστω και προσωρινά, τις περιπέτειες της καθημερινότητας των πολιτών με τρόπο αποφασιστικό.

«Η δημοσιότητα του Ξύλινου Χρήματος του Τενίνο πήρε τη μορφή χιονοστιβάδας τον Φεβρουάριο του 1932», μας ενημερώνει η εφημερίδα της εποχής «Seattle Star», «οι διάδρομοι του Κογκρέσου άκουσαν για τη μοναδική αυτή μέθοδο λύσης της έλλειψης χρήματος και τον Μάρτιο το θέμα παρουσιάστηκε και στο Αρχείο του Κογκρέσου».

Το ξύλινο χαρτονόμισμα του Τενίνο μετατράπηκε σε αιφνιδίως σύντομο χρονικό διάστημα στο Άγιο Δισκοπότηρο των συλλεκτών και τα αιτήματά τους στο δημοτικό συμβούλιο για ένα από δαύτα τα ξύλινα λεφτά έρχονταν κατά οκάδες. Μέσα σε λίγο καιρό, το τυπογραφικό πιεστήριο Chandler Price του 1890 είχε τυπώσει ξύλινο χρήμα αξίας 10.000 δολαρίων, τα οποία ξαπόστελνε η Επιτροπή Εμπορίου του Τενίνο αποκλειστικά σε συλλέκτες.

Και όπως το θέλει ο θρύλος, από τα χιλιάδες κυριολεκτικά δολάρια που τυπώθηκαν πάνω στις ξύλινες πλακέτες, μόλις 40 δολάρια χρησιμοποιήθηκαν για πραγματικές συναλλαγές στο Τενίνο! Μια ιστορία που είναι φυσικά αστικός μύθος, καθώς το τέχνασμα του ξύλινου χρήματος λειτούργησε για τους δημότες και με το παραπάνω.

Όπως διαβάζουμε εξάλλου στα επίσημα μητρώα της επιτροπής: «Το χρήμα που τυπώθηκε τον Δεκέμβριο του 1931 ήταν αθροιστικά 3.255 δολάρια, από τα οποία κυκλοφόρησαν 1.279 δολάρια. Τελικά, η Επιτροπή εξαργύρωσε τα 1.079,75 δολάρια από αυτά». Κάποιες μάλιστα από τις πρώτες παρτίδες είχαν και ένα υδατογράφημα επάνω τους, που όταν το έβαζες κόντρα στο φως έγραφε «Η εμπιστοσύνη κάνει καλό. Χρήμα φτιαγμένο από ξύλο».

«Υπό μία έννοια απέτυχε, υπό άλλη έννοια όμως δούλεψε ακόμα καλύτερα απ’ όσο είχε πιστευτεί», εξομολογείται ο Loren Ackerman, ένας εκ των δύο ανθρώπων που συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να τυπώνουν το συλλεκτικό ξύλινο χρήμα του Τενίνο στην ίδια, αυθεντική, μηχανή: «Μπόρεσαν να πουλήσουν όλο αυτό το ξύλινο χρήμα, πολύ λίγο από αυτό επέστρεψε ωστόσο για εξαργύρωση».

Στο Μουσείο Χρήματος του Τενίνο μπορεί σήμερα να δει ο επισκέπτης όχι μόνο την περιβόητη μηχανή χρήματος, αλλά και τις εκατοντάδες παραγγελίες των συλλεκτών για ένα κομμάτι. Και οι συλλέκτες ήταν έτοιμοι όχι μόνο να το χρυσοπληρώσουν, αλλά και να ανταλλάξουν σπάνια αμερικανικά νομίσματα για μια ξύλινη πλακέτα.

Αυτός ήταν ο λόγος που ακόμα και μετά τη Μεγάλη Ύφεση, το ξύλινο χρήμα της πολίχνης συνέχιζε να τυπώνεται κανονικά, μια παράδοση που έχει επιβιώσει ως και τις μέρες μας. Πλέον όμως τυπώνεται ως σουβενίρ μιας άλλης, εξόχως τραγικής, εποχής, ως αναμνηστικό αντίτυπο του αυθεντικού ώστε να καλύπτεται η διαχρονική λες ζήτησή του από τους συλλέκτες.

Κάτι που κάνει τα ξύλινα αυτά τραπεζογραμμάτια πολλά περισσότερα από απλή Ιστορία. Ο Ackerman επιφορτίστηκε από το δημοτικό συμβούλιο να αναλάβει τη λειτουργία του ιδιαίτερου νομισματοκοπείου στη δεκαετία του 1990, όταν ο προηγούμενος διαχειριστής του γέρασε και δεν μπορούσε πια. Και μια φορά τον χρόνο ανάβει τις μηχανές για να τυπώσει τα επετειακά ξύλινα χρήματα που καρδιοχτυπούν να βάλουν στο χέρι οι συλλέκτες. Και βέβαια φρόντισε να διδάξει στον γιο του τη λειτουργία της παμπάλαιας μηχανής ώστε να μη χαθεί η παράδοση…

Είναι όμως και το άλλο: το ξύλινο χρήμα που κυκλοφορεί στο Τενίνο, και μπορείς να προμηθευτείς ας πούμε από την τοπική καφετέρια Scotty B’s Cafe, συνεχίζει να γίνεται δεκτό από τις επιχειρήσεις της πόλης! Οι περισσότεροι τουρίστες το κρατάνε συνήθως ως αναμνηστικό, κάπου 15 εταιρίες του Τενίνο το αποδέχονται ωστόσο ως κανονικό τρόπο πληρωμής.

Οι κάτοικοι προτιμούν πάντως να βλέπουν το χρήμα που έσωσε τους προγόνους τους να φεύγει από τα στενά όρια της κωμόπολης, μεταφέροντας το μήνυμα πως αν θέλουν οι πολίτες, όλα γίνονται. Και πως οι πιεστικές καταστάσεις καλούν σε ανατρεπτικές λύσεις, φτάνει να το συμφωνήσει η κοινότητα…

 

Πηγή newsbeast
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο