Advertisement

Η προκλητική δημοπρασία της μπανάνας

Νίκος Τσαγκανέλιας

819

…Ο ζυμανδίας τ’ όνομά μου, ο Βασιλεύς των Βασιλέων,

κοιτάξτε τα έργα μου. Ισχυροί, κι απελπιστείτε!

(Πέρσυ Σέλλεϋ)

 

Ήταν πριν δέκα χρόνια όταν διάβασα για πρώτη φορά τον όρο “vulgarati”. Αν δεν με απατά η μνήμη μου, πρέπει να ήταν η Sunday Times.

Επρόκειτο για κάποια ειδική κατηγορία των σούπερ – πλούσιων, που κάνουν χυδαία επίδειξη του πλούτου τους. Μετά την έλευση των κοινωνικών δικτύων, φροντίζουν ώστε όλοι να γίνουν μάρτυρες του πλούτου και της ακατάσχετης καταναλωτικής υπερβολής που χαρακτηρίζει τις δημόσιες και ιδιωτικές στιγμές τους !!!

Δεν έχει νόημα να είναι κανείς πλούσιος, αν δεν θαμπώσει με τη λάμψη των ανεκτίμητων αποκτημάτων, τα μάτια των κοινών θνητών…

Ο όρος μάλιστα, λειτουργεί ως αντιδιαστολή του προτεσταντικού “frugal”, του ολιγαρκή, εκείνου που είναι εγκρατής, διάγοντας λιτό βίο.

Η χυδαιότητα δεν έχει πολιτιστικό υπόβαθρο και δεν αποτελεί αποκλειστικότητα των άσωτων γόνων του ανεπτυγμένου κόσμου. Όμως, οι παραστάσεις συνήθως δίνονται στις μητροπόλεις της δύσης, εκεί που συγχέονται τα όρια της ανεκτικότητας και της κοινωνικής ενσυναίσθησης.

Κάπως έτσι, γυναίκες με μπούρκα, ξεσηκώνουν τις βιτρίνες του Selfridge’s και του Harrod’s και κατευθύνονται στις χρυσές Bentley και Ferrari των συζύγων. Εκεί που οι σοφέρ, έχουν παρκάρει σε εμφανή σημεία, αδιαφορώντας για την ενόχληση που προκαλούν στην κίνηση των γηγενών φουκαράδων που μετακινούνται με λεωφορεία….

Ο χώρος που πάντοτε είχε προνομιακή σχέση, με όλους όσους επιθυμούσαν να κάνουν επίδειξη της κοινωνικής τους ανωτερότητας, ήταν η τέχνη.

Πίνακες, έργα τέχνης, τεχνουργήματα, φολκλόρ δημιουργίες, γίνονταν αντικείμενα δημοπρασίας, για συλλέκτες και όσους επιθυμούσαν να κατέχουν κάτι μοναδικό στη συλλογή τους. Κάτι που θα τοποθετούσαν σε περίοπτη θέση στο σαλόνι τους, για να εισπράξουν το θαυμασμό των επισκεπτών τους.

Κάποτε οι παραδοσιακές δημιουργίες τελείωσαν, αφού απέκτησαν κάτοχο και στόλισαν προθήκες μουσείων ή μεγάρων και επαύλεων. Τότε αρχίσαμε να έχουμε εικαστικές ανησυχίες και αντικείμενα της καθημερινότητας. Δίσκοι, εργαλεία, πόμολα, καφάσια, κορνίζες και οτιδήποτε είχε ευτελή αξία μεταμορφωνόταν με εορταστικές εκδηλώσεις των οίκων δημοπρασίας, σε αξία ανεκτίμητη με το χτύπημα ενός σφυριού.

Όλοι εμείς οι αδαείς, κοιτάζουμε αποσβολωμένοι τον χορό εκατομμυρίων, για πράγματα που θα πετάγαμε στον κάδο απορριμμάτων….

Και αν δεν καταλαβαίναμε, γιατί κάποιοι πλήρωναν εκατομμύρια για πίνακες του Πικάσο ή του Ματίς, ωστόσο αντιλαμβανόμαστε, ότι πρόκειται για πολιτιστική κληρονομιά και μοναδικά έργα.

Αλλά ο νους του ανθρώπου που καθημερινά παλεύει για το παντεσπάνι του, αδυνατεί να συλλάβει, το κίνητρο, εκείνων που ξοδεύουν ασύλληπτα πόσα για να αποκτήσουν τα εσώρουχα, τα γυαλιά, ή τον αναπτήρα ενός καλλιτέχνη.

Γίνεται ολοένα και πιο φανερό, ότι μεγαλύτερη σημασία έχει ο αντίκτυπος της υπερβολής από το αντικείμενο της δημοπρασίας.

Θα ήταν μια ανούσια διαδικασία, αν δεν υπήρχε ο θόρυβος και η αμφιλεγόμενη εντύπωση που προκαλεί στη δημόσια σφαίρα.

Είναι μια δημόσια δήλωση, μια φωτεινή επιγραφή, στο σκοτεινό τοίχο της αδιάφορης καθημερινότητας.

Όλοι αυτοί επιζητούν την προσοχή μας.

Παράλληλα, απαιτούν αναγνωρισιμότητα και διαβατήριο από την αφάνεια, ώστε να εδραιώσουν τη θέση τους απέναντι σε μια σνομπ ανώτερη ελίτ που δεν τους αποδέχεται.

Η πρόσφατη δημοπρασία μια μπανάνας με κολλητική ταινία που πωλήθηκε για έξι εκατομμύρια δολάρια ανήκει σε αυτή την προκλητική αυτοπροβολή. Και αν μη τι άλλο, βαθιά προσβολή της νοημοσύνης μας.

Ο πλειοδότης, φρόντισε να φάει τη μπανάνα που χρυσοπλήρωσε, σε ζωντανή μετάδοση. Η θεατρικότητα της μπανανοφαγίας, είχε μεγαλύτερη αξία από την αγορά της.

Ο “αυτοδημιούργητος” επιχειρηματίας, με καταγωγή από την Κίνα θέλησε να αφήσει το στίγμα του και να σφραγίσει την εποχή μας.

Μια εποχή που οι λέξεις έχουν χάσει τη σημασία τους. Αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας με την έννοια του βρετανικού entrepreneur, όπου υποδηλώνει την καινοτομία.

Και ποια είναι η καινοτομία; Η δημιουργία ενός κρυπτονομίσματος, όπου δεν έχει καμία χρησιμότητα. Παρά μόνο να κάνει πάμπλουτο τον δημιουργό του και τους έχοντας προνομιακή θέση σε βάρος των πληβείων που θα χρηματοδοτήσουν, με το υστέρημά τους, την άσωτη και ανέμελη ζωή των πρώτων.

Δυστυχώς, διανύουμε μια παρατεταμένη παρακμιακή περίοδο, όπου η τέχνη έχει χάσει την επαναστατικότητα και την ευρηματικότητά της και έχει γίνει έρμαιο μια νομενκλατούρας επιτηδείων. Ταυτόχρονα, εξυπηρετεί στο έπακρο την ανάγκη των απανταχού λαθρεμπόρων και εγκληματιών να ξεπλύνουν μέσω της τέχνης, τα παράνομα κέρδη και να νομιμοποιήσουν με τον πιο επαίσχυντο τρόπο μια θέση στις απενοχοποιημένες κοινωνίες της απάθειας.

Κοινωνίες που μισούν θανάσιμα τους πλούσιους, όμως δεν μπορούν να τραβήξουν τη ματιά τους μακριά από τη θαυμαστή και συναρπαστική ζωή τους….


* Ο Νίκος Τσαγκανέλιας είναι στέλεχος χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων για τρεις δεκαετίες και διαθέτει μεταπτυχιακό στις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Οικονομικές Σπουδές. Από το 2015 εργάζεται στην Tavira Financial Ltd.

 

 

Πηγή Liberal
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο