Οι τελευταίες στιγμές της Πομπηίας -Οι συγκλονιστικές ιστορίες θανάτου που μας «διηγούνται» τα θύματα
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΑΒΑΛΟΣ
Η Πομπηία είναι μια πόλη ζωντανών φαντασμάτων. Όσοι δεν πρόφτασαν να ξεφύγουν από την πύρινη λάβα, θάφτηκαν κάτω από την τέφρα. Και ο τρόπος με τον οποίο πέθαναν (και βρέθηκαν) λέει πολλά για τις ζωές τους.
Φανταστείτε τη στιγμή εκείνη στις 24 Αυγούστου του 79 μ.Χ.: Είναι μια συνηθισμένη μέρα στην πόλη της Πομπηίας. Είστε έξω για μια πρωινή βόλτα. Οι ρόδες των αμαξών κροταλίζουν στους πέτρινους δρόμους, η μυρωδιά της κοπριάς των αλόγων και του ψημένου ψωμιού είναι πυκνή στον αέρα. Υπήρξαν μερικοί σεισμοί νωρίτερα, αλλά δεν ανησυχείτε. Η σύζυγός σας τρομάζει κάθε φορά που υπάρχει ένας μικρός κλυδωνισμός του εδάφους, γιατί θυμάται τον μεγάλο σεισμό του 62 μ.Χ. Αλλά είναι κάτι συνηθισμένο και όχι κάτι που πρέπει να σας ανησυχήσει.
Σταματάτε στο αγαπημένο σας μικρό μαγειρείο για μεσημεριανό, παίρνετε ένα φρέσκο ψάρι. Κάθεστε σε ένα τραπέζι στο πίσω μέρος και τρώτε παίζοντας ζάρια. Γύρω στη μία το μεσημέρι, όμως, ένα σύννεφο αρχίζει να σηκώνεται από το βουνό.
Μια ώρα αργότερα, αρχίζει να πέφτει στάχτη από τον ουρανό. Μετά μερικές μικροσκοπικές πέτρες. Πηγαίνετε σπίτι και η γυναίκα σας μαζεύει όλα τα προσωπικά της αντικείμενα. Θέλει να φύγετε από την Πομπηία.
Κοιτάς έξω από το μικρό παράθυρο και βλέπεις ότι ο κόσμος φεύγει. Οι περισσότεροι τρέχουν στο λιμάνι για να μπουν σε πλοία. Γύρω στις πέντε το απόγευμα αρχίζει να γίνεται χαμός. Σχεδόν όλοι έχουν φύγει. Μια κοντινή στέγη καταρρέει. Η στάχτη είναι παχιά και μπλοκάρει τις πόρτες. Πέτρες σε μέγεθος σφιγμένης γροθιάς πέφτουν στο δρόμο γύρω σας.
Πάτε να φύγετε, αλλά ένας περαστικός δίπλα σας κείτεται νεκρός. Μια τεράστια καυτή πέτρα έπεσε από τον ουρανό και του έσκισε το κεφάλι στα δύο.
Η συγκλονιστική περιγραφή των ιστορικών της εποχής
Ο Πλίνιος ο νεότερος από μια κοντινή στην Πομπηία πόλη, μας δίνει μια εκπληκτική μαρτυρία ενός αυτόπτη μάρτυρα:
«Ακούγαμε γυναίκες να ουρλιάζουν, παιδιά να κλαίνε και άνδρες να φωνάζουν. Κάποιοι φώναζαν τους γονείς τους, τα παιδιά τους ή τις γυναίκες τους και προσπαθούσαν να τους αναγνωρίσουν από τις φωνές τους. Κάποιοι άνθρωποι φοβόντουσαν τόσο πολύ τον θάνατο που πραγματικά προσεύχονταν για τον θάνατο. Πολλοί παρακαλούσαν για τη βοήθεια των θεών, αλλά ακόμη περισσότεροι φαντάζονταν ότι δεν υπήρχαν πια θεοί και ότι η τελευταία αιώνια νύχτα είχε πέσει στον κόσμο».
Εμείς, εν τω μεταξύ, επιστρέφουμε στη διήγησή μας: Αποφασίζετε ότι ήρθε όντως η ώρα να φύγετε. Εσείς και η σύζυγός σας τρέχετε προς τις πύλες της Πομπηίας. Οι άνθρωποι τρέχουν κρατώντας μαξιλάρια, ή ό,τι άλλο βρουν πρόχειρο, πάνω από το κεφάλι τους. Σκοντάφτετε πάνω σε έναν νεκρό που βρίσκεται στο πεζοδρόμιο, καταπλακωμένος από μια πέτρα. Ο αέρας είναι γεμάτος στάχτη. Δεν μπορείτε να δείτε.
Εσείς και η γυναίκα σας αναζητείτε καταφύγιο κοντά στις πύλες, ελπίζοντας ότι θα περάσει. Δεν πέρασε τίποτα όμως. Είναι όλο και πιο δύσκολο να αναπνεύσετε. Δεν μπορείτε να σταματήσετε να βήχετε. Τελικά, ένα ισχυρό κύμα στάχτης, βράχων και θερμού αέρα σας χτυπάει αμφότερους. Όλα τελείωσαν. Τα σώματά σας θάφτηκαν. Είστε νεκροί.
Ο άνθρωπος και το μουλάρι
Μόλις το 1863 ένας Ιταλός αρχαιολόγος, ονόματι Giuseppe Fiorelli, επινόησε μια διαδικασία ρίψης γύψου στις περιοχές γύρω από αυτά τα λείψανα.
Βλέπετε, οι άνθρωποι που πέθαναν ως αποτέλεσμα της έκρηξης του Βεζούβιου θάφτηκαν από τη στάχτη και τη λάσπη. Με την πάροδο του χρόνου, τα οργανικά συστατικά τους αποσυντέθηκαν αφήνοντας πίσω τους κενά. Αν όμως ρίξετε γύψο και τον αφήσετε να σκληρύνει, και στη συνέχεια αφαιρέσετε προσεκτικά τα ηφαιστειακά συντρίμμια γύρω τους, θα μείνουν μόνο τα καλούπια των θυμάτων. Κάπως έτσι, έχουμε, 160 χρόνια μετά, τους συγκλονιστικούς Νεκρούς της Πομπηίας.
Τώρα, υπάρχει μεγάλη συζήτηση για τον ακριβή τρόπο που πέθαναν. Οι επιστήμονες και οι ιστορικοί διαφωνούν συνεχώς για τις λεπτομέρειες. Πολλοί για πολύ καιρό πίστευαν ότι πέθαναν ακαριαία, με τα σώματά τους παραμορφωμένα από τον βίαιο θάνατο και το ψυχοσωματικό σοκ.
Ο «μουλαράς» της Πομπηίας / WIKIPEDIA
Κάποιοι κάηκαν μέχρι θανάτου (αν ήταν τυχεροί, γρήγορα, αλλιώς αργά) ή πέθαναν από ασφυξία λόγω εισπνοής των θερμών αερίων.
Μέχρι σήμερα γνωρίζουμε ελάχιστα για τους ανθρώπους που δεν τα κατάφεραν. Γνωρίζουμε όμως και για τις τελευταίες στιγμές κάποιων.
Ο τύπος της παραπάνω φωτογραφίας, π.χ., ονομάζεται «μουλαράς», επειδή το πτώμα του βρέθηκε δίπλα σε εκείνο ενός μουλαριού, στην Παλαίστρα της Πομπηίας.
Βρέθηκε σκυμμένος κοντά στην τουαλέτα, με την πλάτη του στον τοίχο. Βρέθηκαν αποτυπώματα υφάσματος γύρω από τα πόδια του, άρα οι αρχαιολόγοι υπέθεσαν ότι πιθανώς χρησιμοποίησε έναν μανδύα για να προστατευτεί. Το μουλάρι ήταν δικό του; Ίσως. Δεν θα το μάθουμε ποτέ αυτό.
Ένα μουλάρι που θάφτηκε ζωντανό κάτω από την ηφαιστειακή τέφρα / WIKIPEDIA
Αναπόφευκτα θύματα
Έτσι, ενώ είναι αδύνατο να γνωρίζουμε ακριβώς ποια ήταν όλα αυτά τα θύματα ή τις ακριβείς συνθήκες του θανάτου τους, είμαστε σε θέση να κάνουμε κάποιες πολύ ορθές εικασίες για το πώς μπορεί να έγιναν όλα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, φαίνεται ότι τα θύματα είτε έβρισκαν καταφύγιο είτε προσπαθούσαν να διαφύγουν.
Ένας άνδρας βρέθηκε στο ίδιο σημείο με τον μουλαρά, κρατώντας ένα ξύλινο κουτί γεμάτο με χειρουργικά εργαλεία. Φαίνεται πιθανό να ήταν γιατρός, που ήθελε να βοηθήσει τα θύματα.
Μια γυναίκα βρισκόταν κοντά στις πύλες της πόλης, κρατώντας ένα χρυσαφένιο και ασημένιο άγαλμα του Ερμή. Το πρόσφερε στους θεούς ως δέηση για τη σωτηρία της; Πιθανόν.
Μια μεγάλη ομάδα κατοίκων βρέθηκαν σε έναν κήπο κοντά σε μια άλλη πύλη και ήταν πιθανόν μια μεγάλη οικογένεια με παιδιά. Συνήθως αναφέρονται ως «Οι φυγάδες» και αποτέλεσαν αντικείμενο ενός σε μεγάλο βαθμό φανταστικού άρθρου του National Geographic το 1961, το οποίο επινόησε ιστορίες για όλους αυτούς.
Καμιά από τις ιστορίες του άρθρου δεν επιβεβαιώθηκαν από τις μετέπειτα αρχαιολογικές μελέτες με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Η φωτογραφία της εύρεσής τους πάντως παραμένει συγκλονιστική.
Οι «Φυγάδες» που βρέθηκαν το 1961 / POMPEIISITES.ORG
Οι συγκλονιστικές ιστορίες των νεκρών
Ένας άνδρας και μια γυναίκα βρέθηκαν μαζί με τα δύο τους παιδιά, κρυμμένοι κάτω από μια σκάλα σε ένα πολυτελές σπίτι. Η σκάλα κατέρρευσε και τους σκότωσε.Ένα παιδί βρέθηκε μόνο του στα κεντρικά λουτρά της Πομπηίας – πιθανότατα χωρίστηκε από την οικογένειά του και πέθανε μόνο του.
Δύο άνδρες νεκροί σε έναν υπόγειο χώρο – ένας μεγαλύτερος και ένας νεότερος. Ο νεότερος άνδρας, ηλικίας μεταξύ 18 και 25 ετών, είχε αρκετούς συμπιεσμένους σπονδύλους, πιθανότατα αποτέλεσμα χειρωνακτικής εργασίας. Πιστεύεται ότι ήταν σκλάβος, που προσπαθούσε να σωθεί από την έκρηξη μαζί με τον κύριό του.
Δεκατρία πτώματα μέσα σε ένα σπίτι, μεταξύ των οποίων και μια έγκυος γυναίκα στα τέλη της εφηβείας της.
Μια ομάδα ανθρώπων που κουβαλούσε κοσμήματα και νομίσματα – είτε όλοι πλούσιοι, είτε πλιατσικολόγοι που λεηλάτησαν τα σπίτια αφού οι κάτοικοί τους έφυγαν.
Μια μεγάλη ομάδα βρέθηκε σε ένα ογκώδες σπίτι, πιθανότατα σκλάβοι. Οι έξοδοι ήταν όλες μπλοκαρισμένες και δέκα προσπαθούσαν να σκαρφαλώσουν στον δεύτερο όροφο για να βγουν από ένα παράθυρο. Τρεις άλλοι βρέθηκαν να χρησιμοποιούν μια αξίνα και μια τσάπα για να σκάψουν ένα τούνελ.
Όλες τους, μία προς μία, συγκλονιστικές εικόνες που διηγούνται και από μια ιστορία θανάτου.
Aπό την οργή της λάβας δεν γλίτωσαν ούτε μικρά παιδιά / POMPEIISITES.ORG
Προειδοποιήσεις που δεν εισακούστηκαν
Το προφανές ερώτημα εδώ είναι γιατί πέθαναν τόσο πολλοί στην Πομπηία. Περίπου 2.000 σκοτώθηκαν, σε μια πόλη 20.000 κατοίκων. Προφανώς, υπήρχε χρόνος για να διαφύγουν.
Οι αρχαιολόγοι συνήθιζαν να πιστεύουν ότι όλα τα θύματα ήταν ηλικιωμένοι ή ανάπηροι, αλλά η σύγχρονη επιστήμη έχει αποδείξει ότι αυτό είναι λάθος. Σίγουρα, υπήρχαν κάποιοι με παιδιά που δεν μπορούσαν να κινηθούν αρκετά γρήγορα. Και υπήρχαν κάποιοι ηλικιωμένοι με αρθρίτιδα.
Επίσης, βρέθηκε ένας άνδρας νεκρός στο δρόμο, ο οποίος έπασχε από καιρό από οστεοαρθρίτιδα.
Αλλά οι άνθρωποι του τότε δεν ήταν πια τόσο διαφορετικοί από τους σημερινούς. Πάντα υπάρχουν αυτοί που αγνοούν τις προειδοποιήσεις για τυφώνες ή στέκονται έξω για να δουν ανεμοστρόβιλους, σωστά;
Είμαι σίγουρος ότι πολλοί πίστευαν ότι όσοι έτρεχαν να κρυφτούν… υπερέβαλλαν και ότι οι ίδιοι γνώριζαν καλύτερα από εκείνους. Μέχρι που ήταν πολύ αργά. Για όλους.