Advertisement

Ωραίο το μασελάκι σας σύντροφε Στάλιν

Γράφει ο Γιώργος Ι. Κωστούλας*

826

“Αυτός ο γιατρός είναι ευχάριστος άνθρωπος”, είπε o  Kίροφ.

“Μήπως έκανε και τα δικά σου δόντια”;  Στη φωνή του Στάλιν, ο Κίροφ διέκρινε για μια ακόμα φορά τις γνωστές σ’ αυτόν νότες φθόνου και καχυποψίας.

“Όχι”, απάντησε, “ειδωθήκαμε για λίγο στην πλαζ”.

“Πάει να πει πως δεν έπληξες καθόλου στα μέρη μας”, αμόλησε  μια από τις συνήθεις χοντροκομμένες μπηχτές του, ο Μέγας μυστακοφόρος.

Η συζήτηση γινόταν στο Σότσι, στην καλοκαιρινή ντάτσα του Στάλιν. Εκεί όπου ο οδοντογιατρός Λίπμαν περίμενε, από στιγμή σε στιγμή για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον μεγάλο τιμονιέρη.

Είχε ετοιμάσει το μηχάνημα -μασελάκι από μέρες και δεν απόμεινε παρά να το προβάρει και να το τοποθετήσει.

Ο Λίπμαν παρουσιάστηκε, όπως πάντα την ώρα του. Μετά από αρκετές, επώδυνες εργασίες-εξαγωγές, τροχίσματα κ.λπ.-, που είχαν προηγηθεί, είχε ακολουθήσει το αποτύπωμα σε γύψινο εκμαγείο της κάτω σιαγόνας. Θυμάται ότι η διαδικασία αυτή δεν είχε αρέσει καθόλου στον Στάλιν. Ιδιαίτερα η αίσθηση των θρυμμάτων του γύψου μέσα στο στόμα του.

Ευτυχώς όλα πήγαν καλά και σήμερα, είπε μέσα του ο Λίπμαν.

“Μοιάζει να είναι όλα εντάξει” συμφώνησε και ο Στάλιν.

“Όλα καλά” , είπε, ο Λίπμαν, φωναχτά αυτή τη φορά… “Μόνο, Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς”, συνέχισε κλωθογυρίζοντας τα λόγια του, “μήπως να βάζαμε, ωστόσο, το απλό μηχάνημα”;

Ο Στάλιν χτύπησε τη γροθιά του στο χέρι της πολυθρόνας.

“Στα ρωσικά σας το είπα, θέλω το χρυσό”.

“Καλά καλά”, βιάστηκε μετανιωμένος για το θάρρος του ο γιατρός. “Το πρωί θα είναι έτοιμο”.

Την άλλη μέρα ο Λίπμαν παρουσιάστηκε, χαμογελώντας ένοχα.

“Θα τα καταφέρετε να τελειώσετε σύντομα”;

“Τώρα τώρα, αμέσως”, έκανε ο Λίπμαν και με προσοχή, με μιαν ανάλαφρη κίνηση τοποθέτησε το μασελακι στη θέση του. Το μηχάνημα άστραφτε ενσωματωμένο στη χρυσή του βάση. Ο Στάλιν ήταν ευχαριστημένος. Το ίδιο ικανοποιημένος έδειξε και μετά από δυο μέρες, όταν ο Λίπμαν τον επισκέφτηκε και πάλι για ένα τελικό έλεγχο:

“Το μηχάνημα είναι πολύ άνετο, δεν πιέζει πουθενά. Να λοιπόν που είχατε αντιρρήσεις να γίνει χρυσό”, είπε ο Στάλιν.

Ο Λίπμαν, χαμηλώνοντας τα μάτια και μετά από μια σύντομη ταλάντευση, είπε:

“Σύντροφε Στάλιν, εφόσον είστε ευχαριστημένος από τη δουλειά μου, θέλω να υποβάλω μια μικρή παράκληση”.

“Παρακαλώ”, κατσούφιασε ο Στάλιν, που δεν του άρεσαν καθόλου οι κατευθείαν παρακλήσεις.

Η παράκληση αποδείχτηκε απροσδόκητη. Ο Λίπμαν έβγαλε από ένα πακέτο ένα πανομοιότυπο μηχάνημα-μασελακι, αλλά από συνθετικό, ανάλαφρο, ανθεκτικό υλικό.

“Σας παρακαλώ σύντροφε Στάλιν, να βάλετε αυτό το μηχάνημα μόνο για μια μέρα. Κοιτάξτε αν είναι πιο άνετο και μόνος σας αποφασίζετε ποιο θα προτιμήσετε”.

Ο Στάλιν σήκωσε τα φρύδια απορημένος. Αφού του είχε πει καθαρά  ότι προτιμά το χρυσό, είχε μάλιστα χτυπήσει τη γροθιά του στο χέρι της πολυθρόνας, έτσι που η ψυχή του γιατρού είχε πάει στις φτέρνες του. Παρόλα αυτά επιμένει πεισματικά στο δικό του.

“Καλά”, συγκατένευσε απρόθυμα.

Ο Λίπμαν φανερά ικανοποιημένος άλλαξε το μηχάνημα. Η διαδικασία  της εφαρμογής όπως και προηγουμένως κράτησε λίγο. Φαινόταν ότι όλα  πάνε καλά.

“Αύριο παρακαλώ να με καλέσετε”, είπε ο Λίπμαν “και μου λέτε τι θα έχετε αποφασίσει”.

Την επόμενη, πριν από το φαγητό, ο Στάλιν κάλεσε το γιατρό. Μπήκε κατευθείαν στο θέμα: “Κάνοντας την αυτοκριτική μου, οφείλω να αναγνωρίσω ότι αποδείχτηκε πως είχατε δίκιο. Το μηχάνημα αυτό είναι πιο ελαφρύ και πιο άνετο. Μπορεί όμως να σπάσει. Κάντε μου και ένα εφεδρικό”. Ο Λίπμαν πετώντας  από τη χαρά του υπερθεμάτισε. “Παρακαλώ, και δέκα μπορούμε να κάνουμε”.

Όλα έδειχναν να τελειώνουν με τον καλύτερο τρόπο. Ή μήπως όχι;

Ο Λίπμαν στράφηκε  στα εργαλεία του και τη βαλίτσα του ανακουφισμένος.

Την ίδια στιγμή, τα πράγματα για το γιατρό είχαν πάρει, στο μυαλό του Στάλιν, τη προδιαγεγραμμένη πορεία. Η αξιολόγηση του επεισοδίου “γιατρός Λίπμαν”, είχε για κείνον, ολοκληρωθεί. Το μαρτυρούσε το παγωμένο βλέμμα του, που είχε στυλωθεί σε κάποιο απροσδιόριστο σημείο του κήπου. Όταν ο Λίπμαν τέλειωσε με τη βαλίτσα του και στράφηκε προς εκείνον, η συνηθισμένη αμφίθυμη όψη του στοχαστικού πατερούλη είχε καταλάβει και πάλι το πρόσωπο του.

Παρόλη την απέχθεια που ένιωθε όταν ασχολούνταν με μικροπράγματα, διαπίστωνε ότι για μια ακόμα φορά δεν θα μπορούσε να το αποφύγει: Ένιωθε ότι η εικόνα του ατσάλινου, παντογνώστη και αλάθητου ηγέτη, είχε σκιαστεί από όσα έγιναν και ειπωθήκαν, παρουσία του γιατρού Λίπμαν σ’ αυτό το δωμάτιο. Και, φυσικά δεν έπρεπε να βγουν έξω απ’ αυτό.

Δεν ήταν μόνο που ο γιατρός τον είχε δει να χτυπιέται από τον πόνο, που για κάποιες στιγμές τού είχε φέρει δάκρυα στα μάτια, ούτε το ενοχλητικό πασπάτεμα στα μάγουλα, η ακινησία, το ξεσάλιασμα…Ούτε, ακόμα περισσότερο, η εικόνα, προσωρινή έστω, που κρυβόταν κάτω από το παχύ καλοχτενισμένο περίφημο μουστάκι: η εικόνα ενός κοινού αναξιοπαθούντος, πονεμένου ξεδοντιάρη… Είχε, στο τέλος, παραδεχτεί και ότι η επιμονή του για το χρυσό μηχάνημα ήταν λάθος. Έκανε, μάλιστα γι’ αυτό και τη μόνη ειλικρινή αυτοκριτική του.

Όλοι οι καλοί κομουνιστές πρέπει συνεχώς να κάνουν την αυτοκριτική τους.  Όλοι εκτός από τον αλάνθαστο σύντροφο Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς. Όσοι είχαν κάνει λάθη και αρνήθηκαν να κάνουν την αυτοκριτική τους, είχαν τιμωρηθεί: Ζηνόβιεφ, Κάμενφ, Μπουχάριν, Ρίκοφ, Κίροφ… Όλοι, μέλη μιας διακεκριμένης κατηγορίας “αντιεξουσιαστών”  είχαν χαθεί στο βωμό της σοσιαλιστικής νομιμότητας και των μυστικιστικών πεντάχρονων πλάνων.

Ο οδοντογιατρός Λίπμαν, βέβαια, δεν ανήκε σ’ αυτούς. Ο ευσυνείδητος επαγγελματίας Λίπμαν ήταν, απλώς, μια παράπλευρη απώλεια. Ένας άτυχος άνθρωπος, που σε κάποια στιγμή της ζωής του είδε και άκουσε όσα δεν έπρεπε να δει και να ακούσει.

Και ενώ δεν απόμεινε πάρα ο αποχαιρετισμός, ο Στάλιν, λες και το έκανε  για να  μπερδέψει τους ψυχολόγους του μέλλοντος, που θα ήθελαν να ανασκαλέψουν τα δυσπρόσιτα ψυχικά του κοιτάσματα, θέλησε να διαθέσει λίγο χρόνο ακόμα στον καλό οδοντογιατρό Λίπμαν.

“Προγευματίσατε;”, τον ρώτησε.

“Μάλιστα, ασφαλώς”.

“Δεν πειράζει, θα τσιμπήσετε κάτι μαζί μου”…Τον οδήγησε στο διπλανό δωμάτιο. Στο τραπέζι υπήρχαν κρασί και άφθονα εκλεκτά εδέσματα…

Την άλλη μέρα το πρωί, υπογράφοντας  διάφορα  χαρτιά, ο Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς, παράλληλα με τις οδηγίες που έδινε στον γραμματέα του Τόβστουχα, θα προσθέσει παρενθετικά και μια ακόμα: “Τον οδοντογιατρό Λίπμαν να τον αντικαταστήσετε αμέσως με άλλον”. Και πριν ο Τόβστουχα προλάβει να ολοκληρώσει τη σημείωση, θα συμπληρώσει: “Να απολυθεί και να απομακρυνθεί από την κλινική του Κρεμλίνου”.

“Μάλιστα σύντροφε Στάλιν”, υπάκουσε εκείνος, οπισθοχωρώντας προς την έξοδο…

“Και που ’σαι”, τον σταμάτησε και πάλι με το βλέμμα χαμηλωμένο στα χαρτιά του, για να ολοκληρώσει την κωδικοποιημένη εντολή του:

“Αλλά, να μην τον πειράξουν…”

*Με αφορμή την πρόσφατη προβολή της σατιρικής ταινίας “Ο Θάνατος του Στάλιν”-μια διακωμώδηση των όσων εξελίχθηκαν στη Ρωσία, λίγες ημέρες πριν από την κηδεία του εθνοπατέρα.

Το σημερινό κείμενο: μια δραματοποιημένη ανασύσταση του σχετικού επεισοδίου, από το δίτομο έργο του Ανατόλι Ριμπακόφ: “Τα παιδιά από το Αρμπάτ”, Εκδόσεις Γνώση-μετάφραση, Π. Ανταίου.

 

*Τέως γενικός διευθυντής εταιρειών του ευρύτερου  χρηματοπιστωτικού τομέα gcostoulas@gmail.com

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο