Advertisement

Πρίγκιπας Κάρολος: Κτήματα

Μιχάλης Τσιντσίνης

424

Eκείνοι που γκρέμιζαν τους ανδριάντες των δουλοκτητών και των αποικιοκρατών έκαναν στα πρόσωπα που ξήλωναν μεγάλη χάρη. Τα έβαζαν ξανά στο παρόν. Τα έβγαζαν από τη λήθη, όπου μαζί τους ασχολούνταν μόνο τα περιστέρια. Και τους προσέδιδαν ξανά πολιτικό νόημα. Ο βάνδαλος έτσι ευεργετούσε ακουσίως τον βανδαλιζόμενο. Τον ζωντάνευε.

Advertisement

Μια ανάλογη φάρσα ανάνηψης βλέπουμε και με το Τατόι. Το δημόσιο κτήμα και τα ερείπιά του είχαν μόνο πολιτιστικό και οικοτουριστικό ενδιαφέρον. Αφορούσαν το πολύ μόνο επίδοξους επενδυτές, προτού σπεύσουν κάποιοι να τα επενδύσουν με εμφυλιακό φορτίο. Προτού παρουσιάσουν τα κεκτημένα της δημοκρατικής πολιτείας ως επισφαλή και διαφιλονικούμενα. Γιατί; Επειδή ο πρωθυπουργός συνάντησε τον πρίγκιπα Κάρολο, που τυγχάνει συγγενής και κουμπάρος του τέως βασιλιά.

Νεκρή εδώ και μισόν αιώνα, η ελληνική μοναρχία βρικολακιάζει έτσι στους ιδεασμούς εκείνων που τη χρειάζονται για να σκιαμαχούν μαζί της. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει. Οσο η πολιτεία αντιμετώπιζε σαν εθνικό κίνδυνο τον Γλύξμπουργκ –όσο κάποιοι με νωπά τα πολιτικά τραύματα διαδήλωναν για να τον αποδοκιμάσουν–, εκείνος διέσωζε τα ξέφτια της αίγλης του ληγμένου αξιώματός του.

Εχουμε νοσταλγούς της αντιμοναρχίας χωρίς μοναρχία.

Η ιστορία έδειξε ότι η πλήρης αποκαθήλωση συντελέστηκε με την μπαναλοποίηση του προσώπου. Με την εξώθησή του σε μια δικαστική διαμάχη με το ελληνικό Δημόσιο για κτηματικές διαφορές. Με την «πολιτογράφησή» του ως ιδιώτη – ως ενός εύπορου, κοσμικού συνταξιούχου που μπορούσε αενάως να παραθερίζει στην Ελλάδα και να εμφανίζεται δημοσίως μόνο σε οικογενειακές πόζες.

Αυτή η περιφρόνηση ήταν κι ένα τεκμήριο θεσμικής αυτοπεποίθησης και δημοκρατικής ωριμότητας: Οσοι ανήκαν ψυχικά στην Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία δεν ένιωθαν καν την ανάγκη να ξορκίζουν τον έκπτωτο. Τους ήταν αδιάφορος.

Το επίτευγμα της λήθης είναι πολύ εδραίο για να κλονιστεί από την πολιτική δεισιδαιμονία που εκδηλώθηκε τώρα με αφορμή τις κουμπαριές του Καρόλου. Η απόπειρα εκταφής, όμως, δείχνει σε ποια παράδοξα μπορεί ακόμη να εμπλέξει τη δημόσια συζήτηση η πτωματολαγνεία.

Εχουμε, λένε, «φιλοβασιλικό ακροατήριο», νοσταλγούς του στέμματος. Σίγουρα έχουμε νοσταλγούς της αντιμοναρχίας. Αντιβασιλικούς χωρίς βασιλιά. Κατά τον ίδιο τρόπο, έχουμε πολύ αντινεοφιλελευθερισμό. Δεν έχουμε όμως νεοφιλελεύθερους. «Νεοφιλελεύθερος» βαπτίζεται ακόμη και ο φόρος στην ακίνητη περιουσία· ακόμη και τα πρότυπα δημόσια σχολεία. Εχουμε πολλούς αντιφασίστες. Μόνο που ο φλογερός αντιφασισμός τους δυσκολεύεται να ξεχωρίσει τους υπαρκτούς ακροδεξιούς από την Κεντροδεξιά (τη Λεπέν από τον Μακρόν, τον Καμμένο από τη Ν.Δ.). Εχουμε και αντιπολεμικό κίνημα. Μόνο που δυσκολεύεται να ξεχωρίσει εκείνον που προκαλεί τον πόλεμο από εκείνους που τον υφίστανται.

 

 

Πηγή Καθημερινή
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο