Εντός του νέου έτους θα αφήσουμε πίσω μας την υγειονομική κρίση και θα επανέλθουμε παγκοσμίως στην αντιμετώπιση του διαχρονικού προβλήματος της κλιματικής αλλαγής, τα αποτελέσματα της οποίας γίνονται ολοένα και πιο συχνά και έντονα. Αν και έχουν γίνει σημαντικά βήματα μέχρι σήμερα, η ανάσχεσή της αποτελεί μια κούρσα με αντίπαλο τον χρόνο και σε αυτήν βρισκόμαστε, ακόμα, αρκετά μακριά από τον τελικό στόχο. Σήμερα η ανάγκη επιτάχυνσης των δράσεων είναι πιο επείγουσα από ποτέ.
Ευρύτερα, η ενεργειακή μετάβαση στους άξονες της αποανθρακοποίησης, ψηφιοποίησης και αποκεντρωμένης παραγωγής ενέργειας αλλάζει την αγορά ενέργειας και οδηγεί σε τεκτονικές αλλαγές στον κλάδο, με πρώτη βασική αλλαγή αυτήν της παραγωγής ενέργειας από καθαρές, ανανεώσιμες πηγές. Η κατανάλωση άνθρακα τα τελευταία χρόνια μειώθηκε κατά 34% σε Αμερική και Ευρώπη σε σχέση με το 2009 και επιπλέον η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (IEA) εκτιμά ότι η παγκόσμια χρήση άνθρακα δεν θα ξεπεράσει ποτέ τα προ κορωνοϊού επίπεδα.
Σε εθνικό επίπεδο, στο πλαίσιο της απολιγνιτοποίησης και της στροφής σε καθαρή ενέργεια, η Δίκαιη Μετάβαση στοχεύει στην αποκατάσταση των θέσεων εργασίας στις περιοχές που κλείνουν οι ρυπογόνες μονάδες παραγωγής ενέργειας, στη βάση μιας μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας αυτών των περιοχών τόσο από οικονομικής όσο και από περιβαλλοντικής σκοπιάς. Η εφαρμογή της αναμένεται να συμβάλει καταλυτικά στην επιτυχή αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων και, συνακόλουθα, στην ενίσχυση της κοινωνικής αποδοχής των έργων ΑΠΕ. Είναι εξαιρετικά σημαντική η ευθυγράμμιση όλων για την επίτευξη εθνικών στόχων, καθώς πρόκειται για πολιτικές που θα οδηγήσουν στο ενεργειακό μέλλον της χώρας και τα οφέλη θα αφορούν το σύνολο της κοινωνίας.
Η μείωση του κόστους των ΑΠΕ στηρίζεται στις «οικονομίες κλίμακας». Ενδεικτικά, το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από μεγάλα φωτοβολταϊκά συστήματα και χερσαία αιολικά πάρκα σημείωσε δραματική πτώση παγκοσμίως της τάξεως του 89% και 70%, αντίστοιχα, κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, με τη μείωση της τιμής του άνθρακα να είναι μόλις 2%. Η μείωση του κόστους συνοδεύτηκε και από σημαντικές αυξήσεις της ισχύος των ΑΠΕ, που αντιπροσώπευαν το 72% της νέας εγκατεστημένης ισχύος σε παγκόσμιο επίπεδο κατά τα τελευταία έτη.
Το 2021 είναι έτος-ορόσημο για την ελληνική ενεργειακή αγορά, με το Μοντέλο-Στόχος (Target Model) να είναι σε πλήρη εφαρμογή. Το επενδυτικό ενδιαφέρον για νέα έργα ΑΠΕ αναμένεται να είναι ιδιαίτερα αυξημένο, γεγονός που καταδεικνύεται και από τον σημαντικό αριθμό αιτήσεων και βεβαιώσεων παραγωγού που εκδόθηκαν από τη ΡΑΕ.
Κατά το νέο έτος, η ΔΕΗ Ανανεώσιμες αναμένεται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην προσπάθεια επίτευξης της βιώσιμης και δίκαιης ενεργειακής μετάβασης στην Ελλάδα, μέσα από την εφαρμογή του ολοκληρωμένου επιχειρηματικού σχεδίου της. Πιο συγκεκριμένα, είναι προγραμματισμένη η ολοκλήρωση της ανακατασκευής και ηλέκτρισης παλαιών αιολικών πάρκων, η ολοκλήρωση της κατασκευής νέων αιολικών πάρκων, η ολοκλήρωση της κατασκευής των φωτοβολταϊκών σταθμών συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 30 MW στο Λιγνιτικό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας και η έναρξη της κατασκευής των δύο εμβληματικών φωτοβολταϊκών έργων σε Πτολεμαΐδα και Μεγαλόπολη, ισχύος 200 MW και 50MW, αντίστοιχα. Επιπλέον, η εταιρεία συνεχίζει δυναμικά τις επενδύσεις της σε μικρούς υδροηλεκτρικούς σταθμούς, ενώ αναμένεται εντός του 2021 να ξεκινήσει έργα για την ανάπτυξη της δραστηριότητας της γεωθερμίας.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Μαύρος είναι διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Ανανεώσιμες.