Μεγάλωσα σε μία εποχή που μόλις είχε ψηφιστεί ο “νόμος πλαίσιο” του 1982, αλλά στην εκπαίδευση κυριαρχούσε ακόμα η “προΠΑΣΟΚική” νοοτροπία.
Οι δάσκαλοι μιλούσαν καλά ελληνικά, οι μαθητές σηκώνονταν όρθιοι όταν ο καθηγητής έμπαινε στην τάξη, η εξωσχολική συμπεριφορά των μαθητών είχε βαρύτητα (αν όχι στη βαθμολόγησή τους στη διαγωγή τους σίγουρα) και η επίσκεψη του επιθεωρητή προκαλούσε ρίγη στην πλάτη του εκπαιδευτικού, αφού η κακή αξιολόγησή του ήταν συνήθως αποφασιστική για την ιεραρχική του εξέλιξη.
Εκείνη, την όχι και τόσο μακρινή εποχή, σίγουρη αποφοίτηση υπήρχε μόνο από το δημοτικό. Στο γυμνάσιο και στο λύκειο, αν δεν απέδιδες, μπορούσες να μείνεις στην ίδια τάξη. Επιπλέον, υπήρχε η ποινή της αλλαγής σχολικού περιβάλλοντος για τους καθ’ έξιν παραβατικούς μαθητές, ενώ, σε ακραίες περιπτώσεις, υπήρχε και η ποινή της καθολικής αποβολής από κάθε σχολείο της ελληνικής επικράτειας.
Ακραία μέτρα, αντιεκπαιδευτικά…
Υπήρχε και τότε η βία μεταξύ των μαθητών (χωρίς όπλα και μαχαίρια όπως σήμερα), αλλά δεν υπήρχε ποτέ βία των μαθητών, ή των γονιών τους, απέναντι στους δασκάλους. Αν επέστρεφα στο σπίτι και έλεγα στον πατέρα μου ότι “ο κ. Γιώργος μου τράβηξε το αυτί” (κ. Γιώργο και κ. Μαρία, σας έχω πάντα στην καρδιά μου), ο, μακαρίτης πλέον, πατέρας μου όχι μόνο δεν θα διαμαρτύρονταν στον δάσκαλο, αλλά θα μου τραβούσε και το άλλο αυτί για να συνετιστώ.
Ακραίες συμπεριφορές, αντιεκπαιδευτικές…
Σημαιοφόροι δεν γίνονταν όλοι. Για να μιλήσω λίγο και για τον εαυτό μου, δεν έγινα ποτέ. Έπρεπε να είσαι ο καλύτερος και, αν υπήρχαν μαθητές που ισοψηφούσαν βαθμολογικά, γινόταν κλήρωση.
Παραστάτες επίσης δεν γίνονταν όλοι. Ούτε παραστάτης έγινα ποτέ. Ήμουν πολύ καλός μαθητής, αλλά υπήρχαν καλύτεροι.
Και, παρότι δεν τα κατάφερα ποτέ να γίνω ο πρώτος των πρώτων, δεν κουβαλάω κανένα ψυχολογικό τραύμα από το σχολικό μου περιβάλλον. Καμία woke επίδραση δεν τάραξε την “ευαίσθητη ψυχούλα” μου. Αντιθέτως. Αυτή η εμπειρία με δίδαξε και συνειδητοποίησα εγκαίρως πως αν δεν διαβάζεις αρκετά, δεν θα καταφέρεις να γίνεις ούτε σημαιοφόρος ούτε παραστάτης. Έμαθα ότι η συνέπεια επιβραβεύεται και οι λανθασμένες επιλογές έχουν συνέπειες.
Ακραίο μάθημα, αντιεκπαιδευτικό…
Η εξαίρετη καθηγήτρια ιστορίας κα Μαρία Ευθυμίου έχει εύγλωττα συνοψίσει σε συνέντευξή της στην εφημερίδα “Καθημερινή” όλα τα παραπάνω, αναφέροντας ότι “ο απόφοιτος του δημοτικού σχολείου της γειτονιάς πριν από 40 χρόνια ήξερε πολύ περισσότερα από πολλούς αποφοίτους λυκείου σήμερα”.
Ήταν άραγε πιο εξελιγμένη η εκπαίδευση τότε από ό,τι σήμερα; Υπήρχαν περισσότερες πηγές από όπου μπορούσε να αντληθεί γνώση; Σε καμία περίπτωση.
Σύμφωνα επίσης με την κα Ευθυμίου “στην κοινωνία έχει δημιουργηθεί ένα κλίμα χαμηλής απαιτητικότητας. Στα σχολεία όλοι οι μαθητές, έτσι κι αλλιώς, παίρνουν Α στο δημοτικό και 19 ή 20 στο γυμνάσιο, δουλέψουν δεν δουλέψουν. Μετά το 1980 αποφασίσθηκε η συγκεκριμένη τακτική προκειμένου “να μην επιβαρυνθεί η ψυχή των παιδιών”. Είναι κι αυτό άλλη μία έκφανση της δήθεν “αριστερής” πλευράς μας. Δηλαδή, του τίποτα.”.
Θα ήταν άσκοπο να προσπαθήσω να συμπληρώσω οτιδήποτε στα λόγια της.
Ίσως όμως θα μπορούσα να εκφράσω την αγωνία της δικής μου γενιάς για την προοπτική της σημερινής. Εμείς, στη συντριπτική πλειοψηφία, ζήσαμε πιο άνετα από τους γονείς μας και μορφωθήκαμε επίσης καλύτερα από αυτούς. Η σημερινή γενιά όμως θα ζήσει λιγότερο άνετα απ’ ό,τι εμείς και, σίγουρα, θα έχει χαμηλότερη μόρφωση.
Σημείωση: Μόρφωση, όχι εκπαίδευση…
Είναι επιτακτική η ανάγκη “ολικής επαναφοράς”. Όσο υπάρχουν ακόμα εν ενεργεία δάσκαλοι, οι οποίοι προέρχονται από την “παλιά φρουρά”, ίσως να μπορεί να βελτιωθεί η προοπτική των επερχόμενων γενεών. Αφού όταν αυτοί αντικατασταθούν από αποφοίτους σχολείων και πανεπιστημίων της ήσσονος προσπάθειας, το παιχνίδι θα έχει χαθεί και το εκπαιδευτικό σύστημα θα παράγει εργάτες και υπηρέτες των απογόνων της άρχουσας τάξης, η οποία διαθέτει την πολυτέλεια της ποιοτικής, επ’ αμοιβή, εκπαίδευσης.
Τα παλιά χρόνια, όταν ο γονιός πήγαινε το παιδί πρώτη μέρα στο σχολείο, απευθυνόταν στον δάσκαλο, λέγοντάς του “Δάσκαλε, το κρέας δικό σου, τα κόκκαλα δικά μου”. Αυτό σήμαινε ότι, αν χρειαστεί, “ρίξε και καμιά ψιλή”.
Φυσικά, δεν προτείνω να επιστρέψουμε εκεί.
Ανάμεσα όμως στην όποια διδασκαλική αυθαιρεσία και στη μαθητική αγυρτεία, υπάρχει και η μέση οδός.
Και αυτή ξεκινά από το σπίτι και στο πώς εμείς μεγαλώνουμε τα παιδιά μας.
Ορίστε ένα καλό σημείο εκκίνησης.
Προλαβαίνουμε;
* Ο Ηλίας Ψυχογιός σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στο ΤΕΙ Πειραιά, Τεχνολογία της Πληροφορίας & Web Technology στο Πανεπιστήμιο του Paisley (Σκωτία) και Τεχνολογίες Έξυπνων Πόλεων & ΙοΤ στο Πανεπιστήμιο Πειραιά. Έχει εργαστεί σε εταιρείες του τουρισμού, της πληροφορικής και των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών σε Ελλάδα και Λουξεμβούργο.