Advertisement

Οι επιδράσεις των κάπιταλ κοντρόλς

Γράφει ο Ανδρέας Λουράντος- Κονταράτος

858

Πάει κι ο Αύγουστος παιδιά, πάνε και τα Καψάλια,

οι βόλτες, τα οφθαλμόλουτρα που τρέχανε. …τα σάλια!

Όλοι μας να ‘μαστε καλά, να ‘χουμε την υγειά μας,

του χρόνου ν’ ανταμώσουμε όσοι είσαστε μακριά μας!

Τώρα που το ασύφερα το όμορφο Καψάλι,

μιάν ιστορία θα σας πω, που θα σας έρθει ζάλη!

Όλοι σας τήνε ξέρετε τη Χάρου την Ελένη!

Των Κυθηρίων πρέσβειρα την πολυπαινεμένη.

Το μπάνιο της παίρνει κι αυτή, λίγο και ξανανοιώνει,

με σύγχρονο σωσίβιο πού ΄ναι σα μακαρόνι!

Σαν το δελφίνι κολυμπά, φτάνει στο Καψαλάκι

και οπίσω ευτύς ξαναγυρνά  σαν να ‘τανε πουλάκι

Έτσι ‘χανε τα πράγματα ώσπου μιά μέρα ….φίνα,

το …θύμα στραβοπάτησε για να του βγάλω ρίμα!

Δε  θα  ‘τανε η πρώτη της και τσι ‘χει συνηθίσει,

και ξέρω πως δεν πρόκειται καθόλου να …τσινίσει!

Τα έξυπνα πειράγματα πολύ τα συνηθίζει,

σα γνήσια Τσιριγώτισσα ‘πό χιούμορ ξεχειλίζει!

Κείνο λοιπόν το πρωινό πριν έρθει στο Καψάλι ,

πέρασε ‘πό την τράπεζα τη “δόση” της να πάρει!

Εξήντα θα ‘ταν τα ευρώ και σε καλή μερέα,

είντα να φας κι είντα να πιεις αν έχεις και παρέα;

Όμως εκείνο το πρωί, προς έκπληξη μεγάλη,

της δώσαν περισσότερα, δεν είχε πού τα βάλει!

έπλεκε το εγκώμιο κι έλεγε …ωχογώ του,

του Γιάνη Βαρουφάκιου μα και του Τσακαλώτου!

Με τετρακόσα είκοσι, τώρα ποίος με πιάνει,

θα κάνω πάρτι και καλώ, μέχρι κι εσένα Γιάνη!

Εις το Καψάλι έσωσε και σιγοτραγουδούσε,

πως “θα τα κάψω τα λεφτά” στην τσάντα που κρατούσε!

Έπεσε εις τη θάλασσα μαζί με την παρέα,

του Μαύρου η Κούλα ήτανε κι άλλοι από μερέα!

Ώρα πολλή κολύμπησαν, είπαν τα …σχόλιά τους,

και όξω πάλι βγήκανε να πάνε στη δουλειά τους.

Ε, τότε ήρθε η στιγμή που το Καψάλι εσείστη,

η Χάρου έβγαλε κραυγή  που ο ουρανός εσκίστη!

Όπως θα καταλάβατε …δε θέλει δυσκολία ,

η τσάντα ήταν άφαντη από την παραλία!

Άρχισε τότε τους …ψαλμούς -και ψάλλει και ωραία-!

και είχε μείνει μ’ ανοιχτό το στόμα η παρέα!

Δεν τα βάλε με το ληστή , την τσάντα που ‘χε αρπάξει,

μον’ ήθελε τον υπουργό να τον κατασπαράξει !

Ωραία επερνούσαμε με εξήντα, κακοχράχεις,

ειντά ‘θελες την αύξηση ίσα για να με σκάσεις!

Ακούς εκεί, να δίνουνε λεφτά με το τσουβάλι!

Και τώρα μου τα κλέψανε, ποιος είδε τέτοιο χάλι!

Κι άλλα πολλά του έσουρε, κι άλλες ευχές επέτα,

να κάμει μέρες εκατό να πάει τουαλέτα!

Όμως το θαύμα έγινε! Και το μυστήριο ‘λύθη,

και είδε πως τον υπουργό είχε παρεξηγήσει!

Καθώς εκολυμπούσανε κι έλεγαν τα δικά τους,

το ρέμα τους παρέσυρε, σίγουρα άθελά τους!

Κι έτσι πιο κει τους ….ξέβρασε, Θεέ μου τι σκοτοδίνη,

για να τραβήξει η δύστυχη την ψυχική οδύνη!

Αλλού την τσάντα άφησε κι αλλού η Ελένη βγήκε,

και νόμιζε πως συμφορά μεγάλη την εβρήκε!

Η τσάντα αφού βρέθηκε, με όλο της το γιόμο,

την πήρε και την έβαλε εις το δεξί της ώμο,

κι ορκίστηκε ποτέ λεφτά στης τσάντας της τον πάτο,

μπας και γλυτώσει κάποτε από τον Κονταράτο!

Ανδρέας Λουράντος- Κονταράτος.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο